Συνεχίζεται η σύγκρουση ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Ιράν με αφορμή το πυρηνικό πρόγραμμα του τελευταίου και το διπλωματικό παιχνίδι βρίσκεται εν πλήρει εξελίξει. Οι επιθεωρητές της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας γύρισαν στο Ιράν, οι ΗΠΑ, Ρωσία και Γαλλία έδωσαν σχέδιο απόφασης όπου αναλαμβάνουν τον εμπλουτισμό ουρανίου για τους ιρανικούς αντιδραστήρες, όμως η Τεχεράνη συνεχίζει να παίζει το «ποντίκι με τη γάτα». Το καθεστώς των κληρικών και του Αχμαντινεζάντ, δεν φαίνεται διατεθειμένο να βγει εκτός χρονοδιαγράμματος και σκοπών, που δεν είναι παρά ένας: Η κατασκευή πυρηνικών όπλων.
Το ερώτημα όμως παραμένει. Είναι πραγματική απειλή για την ασφάλεια τα πυρηνικά του Ιράν; ή πρόκειται απλά για μια αιτίαση που οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν για να απομονώσουν την Τεχεράνη ακόμη περισσότερο από τη Δύση;
Για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες που έλαβε χώρα ο λεγόμενος «ψυχρός πόλεμος» η ανθρωπότητα δεν εμπλέχτηκε σε έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο που θα ήταν απόρροια μιας σύγκρουσης ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις. Η στρατηγική σταθερότητα επιτεύχθηκε χάρις την ισορροπία τρόπου γνωστή ως «αμοιβαία ανταπόδοση καταστροφής» γνωστής ως MAD (Mutual Assured Destruction).
Ηταν ξεκάθαρο ότι και οι δύο πλευρές ήταν προετοιμασμένες ώστε σε περίπτωση αιφνιδιαστικού πλήγματος, να έχει «επιβιώσει» ικανός αριθμός πυρηνικών όπλων ώστε να υπάρξει ισοδύναμο πλήγμα στον επιτιθέμενο και να προβεί ο αμυνόμενος σε ολοκληρωτική επίσης καταστροφή του επιτιθεμένου.
Η θεωρία της πυρηνικής ισορροπίας, αναπτύχθηκε αρχικά από μια ομάδα αμερικανών ακαδημαϊκών στα μέσα της δεκαετίας του 1940 για να πάρει είκοσι χρόνια αργότερα την τελική της μορφή ως στρατηγικό δόγμα από τον τότε υπουργό Αμυνας Ρόμπερτ Μακ Ναμάρα.
Το ίδιο ακριβώς δόγμα αποτροπής οδήγησε την Γαλλία και τη Βρετανία να αναπτύξουν και αυτές πυρηνικά όπλα κατά της Σοβιετικής Ενωσης, όπως και την Κίνα κατά των ΗΠΑ, μετά τα γεγονότα της Κορέας. Σε καμία περίπτωση όμως μέχρι σήμερα δεν υπήρξε ένδειξη ή ακόμη και απειλή χρησιμοποίησής τους.
Η σταθερότητα αυτή μέσω του δόγματος αποτροπής των πυρηνικών όπλων, έδειξε ότι κλονίζεται μετά τις πυρηνικές δοκιμές που πραγματοποίησαν το Πακιστάν και η Ινδία το 1998. Κορυφαίοι αναλυτές και ακαδημαϊκοί εξέφρασαν ανησυχία ότι οι πολιτιστικές, θρησκευτικές και ιστορικές αντιπαλότητες ανάμεσα στα δύο κράτη ήταν ικανές να «βάλουν στον πειρασμό» μια από τις δύο χώρες να χρησιμοποιήσει πρώτη πυρηνικά όπλα. Ένα χρόνο αργότερα, οι δύο χώρες βρέθηκαν στο χείλος του πολέμου στην επαρχία Καργκίλ στο Κασμίρ. Όμως τα πυρηνικά όπλα που διέθεταν και οι δύο πλευρές έκαναν τους ηγέτες της Ινδίας και του Πακιστάν να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση. Ο φόβος ότι η κρίση θα μπορούσε να εξελιχθεί σε έναν πυρηνικό πόλεμο, εμπόδισε την κλιμάκωση.
Η άποψη ότι τα πυρηνικά όπλα αποτελούν τον καλύτερο δυνατό αποτρεπτικό παράγοντα, οδήγησαν τον Δαβίδ Μπεν Γκουριόν να προχωρήσει στην κατασκευή του πυρηνικού προγράμματος του Ισραήλ, με τον Σιμόν Πέρες να ολοκληρώνει με επιτυχία αυτό το όνειρο του ιδρυτή του κράτους του Ισραήλ. Ακόμη και οι πιο ακραίοι Αραβες ηγέτες που σκέφτονται να καταστρέψουν το Ισραήλ κάνουν πίσω με τη σκέψη ότι το Ισραήλ διαθέτει πυρηνικά όπλα.
Τα μαθήματα του «ψυχρού πολέμου», αλλά και η απειλή χρήσης αυτών στον πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ το 1973 όταν το Ισραήλ απείλησε με χρήση τους αναγκάζοντας τα αραβικά κράτη να σταματήσουν την επίθεσή τους και οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις να ανασυνταχθούν και να ανεφοδιαστούν, απέδειξαν ότι οι θέσεις του Μπεν Γκουριόν ήταν ορθές. Ετσι το Ισραήλ ανέπτυξε και εκσυγχρόνισε το πυρηνικό του οπλοστάσιο εφαρμόζοντας πλήρως το δόγμα της MAD.
Είναι εφικτό πυρηνικό πλήγμα;
Όμως σήμερα, κάποιοι αναλυτές και ειδικοί της προεδρίας Μπους για τη Μέση Ανατολή, όπως ο καθηγητής Μπέρναντ Λιούις, βάζουν στην άκρη όλα τα ιστορικά διδάγματα και τις εμπειρίες από την ισορροπία που επιτεύχθηκε μέσω των πυρηνικών όπλων στο παρελθόν πιστεύοντας ότι δεν ανταποκρίνονται και δεν αντιπροσωπεύουν την περίπτωση του Ιράν. Σύμφωνα με τους ίδιους, υπάρχουν ακραίες διαφορές ανάμεσα στην περίπτωση της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν σε σύγκριση με άλλες χώρες που διαθέτουν πυρηνικά όπλα.
Η διαφορά, σύμφωνα με τους ίδιους, ενάγεται στο γεγονός ότι οι σιϊτες μουσουλμάνοι του Ιράν έχουν μια διαφορετική αντίληψη για τον κόσμο που πηγάζει από την αποκάλυψη και την έλευση του μεσσία (Μαχντί) που πιθανά θα επιφέρει μια καταστροφή του κόσμου. Η αντίληψη αυτή συνεπάγεται από τους συνεχείς και «πύρινους» λόγους, τα άρθρα και τις ομιλίες της σημερινής πολιτικής και θρησκευτικής ηγεσίας του Ιράν.
Οι ίδιοι μάλιστα αναλυτές επισημαίνουν ότι ακόμη και τα σχολικά βιβλία προετοιμάζουν τους νεαρούς Ιρανούς για αυτό το ενδεχόμενο, μιλώντας για τη μάχη ανάμεσα στο καλό και το κακό και την τελική αναμέτρηση με την χώρα του κακού (τις ΗΠΑ), ζητώντας τους να είναι έτοιμοι να εισέλθουν στις τάξεις των μαρτύρων του Αλλάχ στον ουρανό. Αν το Ιράν αποκτήσει πυρηνικά όπλα οι ηγέτες του δεν θα έχουν τις ίδιες αναστολές με τους ηγέτες άλλων δημοκρατικών χωρών. Οι Αγιατολαχ είναι πολύ πιθανό να χρησιμοποιήσουν αυτά τα όπλα κατά του Ισραήλ ώστε να επιτύχουν αυτό που πάντα ήθελαν: Την εξαφάνιση του Ισραήλ από τον χάρτη.
Όμως είναι πασιφανές ότι οι ειδικοί της προεδρίας Μπους δεν έχουν εξετάσει δύο σημαντικούς παράγοντες που έχουν αποτρεπτικό και ανασταλτικό χαρακτήρα σχετικά με τη χρήση πυρηνικών εκ μέρους του Ιράν κατά του Ισραήλ, που αποτελεί και τη μόνιμη αιτίαση της Ουάσιγκτον για τη μη απόκτηση πυρηνικών όπλων από την Τεχεράνη.
Πρώτον. Μια επίθεση με πυρηνικά όπλα κατά του Ισραήλ δεν θα εξοντώσει εκατομμύρια Ισραηλινών μόνο αλλά και εκατομμύρια Παλαιστινίων.
Δεύτερον. Σε περίπτωση επίθεσης, το Ισραήλ διαθέτει τους μηχανισμούς να εξαπολύσει ένα αστραπιαίο «ισοδύναμο τετελεσμένο» κατά του Ιράν με δεκάδες πυρηνικές κεφαλές που επίσης θα καταστρέψουν το Ιράν. Οι ίδιοι βέβαια ειδικοί της Ουάσιγκτον αντιπαραθέτουν σε αυτό το επιχείρημα περί της εξόντωσης εκατομμυρίων Παλαιστινίων μαζί με τους Ισραηλινούς τα παραδείγματα βομβιστικών επιθέσεων στο Ιράκ, την Τανζανία και την Κένυα όπου τα περισσότερα θύματα ήταν μουσουλμάνοι από δυτικούς.
Όμως κι εδώ οι αμερικανοί ειδικοί φαίνεται ότι βρίσκονται σε σύγχυση μιας και αν κάνει κανείς αναλύσεις των επιθέσεων θα δει ότι οι επιθέσεις αυτές πραγματοποιήθηκαν από σουνίτες και οπαδούς του σαουδαραβικού δόγματος του Ουαχαμπισμού, κύριος εκπρόσωπος του οποίου αποτελεί η «Αλ Κάιντα», ενώ δεν μπορεί να συγκριθεί ο αριθμός εκατό, διακοσίων έστω νεκρών μουσουλμάνων σε μια βομβιστική επίθεση, με αυτό μιας πυρηνικής επίθεσης.
Μάλιστα, στον πρόσφατο μάλιστα ακήρυχτο πόλεμο στο Λίβανο μεταξύ Ισραήλ και Χεζμπάλαχ, αποδεικνύεται ότι η ηγεσία της σιϊτικής οργάνωσης, απέφυγε να προβεί σε πλήγματα πλησίον περιοχών που βρίσκονταν αραβικά χωριά ή κωμοπόλεις ακριβώς για να μην υπάρξουν απώλειες μεταξύ του αραβικού πληθυσμού, γεγονός που οι Ισραηλινοί γνώριζαν και χρησιμοποίησαν κέντρα κατάταξης εφέδρων και λογιστικής υποστήριξης κοντά σε περιοχές που κατοικούσαν αραβικής καταγωγής ισραηλινοί πολίτες.
Οι ίδιοι αναλυτές και ειδικοί για τη Μέση Ανατολή της προεδρίας Μπους που σήμερα χαρακτηρίζουν άμεση απειλή το Ιράν (Clear and present danger) ήταν αυτοί που θεμελίωσαν την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή μετά την 11η Σεπτεμβρίου και έπεισαν την προεδρία Μπους να επέμβει στο Ιράκ με σκοπό την καταστροφή των όπλων μαζικής καταστροφής του Ιράκ - που τελικά δεν είχε - και την εγκαθίδρυση μιας δημοκρατίας δυτικού τύπου.
Οι ίδιοι ειδικοί διαβεβαίωναν ότι οι αμερικανικές δυνάμεις θα έχουν αντιμετώπιση ηρώων δεν θα υπάρξουν απώλειες και το Ιράκ θα μετατραπεί σταδιακά σε μια δημοκρατική «όαση» στην περιοχή. Φυσικά όπως αποδεικνύουν τα γεγονότα, οι στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ έχουν υποστεί βαρύτατες απώλειες, πάνω από 3.000 νεκροί και 9.000 τραυματίες, ο ιρακινός πληθυσμός είναι εχθρικός, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να χαθεί πλήρως ο έλεγχος της χώρας, ενώ η δημοκρατία έχει παραπεμφθεί στις «ελληνικές καλένδες». Η έλλειψη δηλαδή «υψηλής στρατηγικής» για τη διαχείριση της «επόμενης ημέρας» ήταν απόλυτη.
Δεν μπορεί λοιπόν μερικές επιθέσεις αυτοκτονίας ή άλλες ακραίες μεμονωμένες περιπτώσεις εκτελέσεων να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Ιρανική ηγεσία είναι αποφασισμένη να εξολοθρεύσει δεκάδες εκατομμύρια μουσουλμάνους για να καταστρέψει το Ισραήλ ή τις ΗΠΑ.
Το παρελθόν μας έχει διδάξει πως η ηγεσία της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν, στα ηνία της οποίας βρισκόταν ο Αγιατολαχ Χομεϊνί, αντιδρά με πλήρη υπευθυνότητα και ρεαλισμό σε περιόδους μεγάλης κρίσης.
Αυτό συνέβη για παράδειγμα στον πόλεμο Ιράν-Ιράκ. Ο Αγιατολαχ Χομεϊνί είχε απορρίψει πλήρως την ιδέα μιας κατάπαυσης του πυρός με το Ιράκ μέχρι την ημέρα που τα αστικά κέντρα του Ιράν άρχισαν να πλήττονται από ιρακινούς πυραύλους εδάφους-εδάφους.
Αν και οι πύραυλοι ήταν με συμβατική γόμωση, ήταν αρκετοί για να κάνουν την ιρανική ηγεσία να οπισθοχωρήσει και να υπογράψει συμφωνία κατάπαυσης του πυρός με το Ιράκ.
Σε μια περίπτωση λοιπόν πυραυλικής επίθεσης στο Ισραήλ οι Ιρανοί γνωρίζουν ότι το Τελ Αβίβ διαθέτει πυρηνικά όπλα και τα οποία δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει εναντίον του.
Η μοναδική ίσως πιθανότητα να πληγεί το Ισραήλ θα ήταν αν δεν είχε προετοιμαστεί κατάλληλα για την ανταπόδοση «ισοδύναμου τετελεσμένου» σε περίπτωση που δεχόταν επίθεση. Όμως το νέο στρατηγικό δόγμα ανταπόδοσης του Ισραήλ το οποίο πλέον επιτρέπει την άμεση χρήση πυρηνικών όπλων κατά του Ιράν και της Συρίας αν εντοπιστεί εκτόξευση πυραύλων μεγάλου βεληνηκούς, άσχετα αν διαθέτουν πυρηνική ή συμβατική γόμωση καθώς και η μεταστάθμευση υποβρυχίων «Dolphin» που φέρουν πυραύλους cruise με πυρηνικές κεφαλές στον Ινδικό ωκεανό, την επί 24ώρου βάσεως ετοιμότητα του «μαύρου σμήνους» F-15IN της πολεμικής αεροπορίας του Ισραήλ στο Τελ Νόφ, καθιστά οποιαδήποτε προσπάθεια του Ιράν να εξέλθει αλώβητο από μια επίθεση, αδύνατη6.
Το «παιχνίδι» και οι πραγματικές απειλές
Οι απόψεις αυτές των αναλυτών και ειδικών για τη Μέση Ανατολή των λεγόμενων «γερακιών» , βασίζονται καθαρά σε θρησκευτικές ιδεολογίες, παρακάμπτοντας την εθνικιστική, πολιτισμική, κοινωνική και οικονομική προσέγγιση.
Οι Ιρανοί πολίτες δεν είναι τόσο έντονα θρησκευόμενοι όπως λανθασμένα πιστεύουν κάποιοι. Περισσότερο θρησκευόμενοι σε φανατικό βαθμό είναι οι Πακιστανοί, οι Τούρκοι και οι Σαουδάραβες, παρά οι Ιρανοί.
Ομως οι Ιρανοί είναι έντονα εθνικιστές. Ασχετα το τι πιστεύουν θρησκευτικά, τους ενώνει η αγάπη τους για την πατρίδα. Και αν κάποιος παρατηρήσει και αναλύσει τους λόγους του προέδρου της χώρας Μαχμούντ Αχμαντινεζάντ, θα παρατηρήσει ότι κινείται περισσότερο στην σφαίρα του εθνικισμού και της προάσπισης της πατρίδας παρά στο «θέλημα του Θεού» και το σαρία. Η ασκούμενη πολιτική των ΗΠΑ έχει συνεισφέρει σημαντικές υπηρεσίες στον ιρανό πρόεδρο, καταφέρνοντας να συσπειρώσει πέριξ αυτού όλο τον ιρανικό λαό, ακόμη και τους αντιπάλούς του, καθιστώντας τον πανίσχυρο.
Το Ιράν ακόμη και αν αποκτήσει πυρηνικά όπλα, είναι απίθανο να τα χρησιμοποιήσει εναντίον άλλης χώρας. Η απόκτηση πυρηνικών όπλων επί της ουσίας θα ενισχύσει την εικόνα του Ιράν στον ισλαμικό κόσμο. Επί της ουσίας η Τεχεράνη προσπαθεί να αποτελέσει την μητρόπολη του Ισλάμ, που θα διαθέτει ένα ικανό οπλοστάσιο που θα κάνει το Ιράν σεβαστό σε όλο τον κόσμο.
Παράλληλα, το Ιράν προσεγγίζει άμεσα τη Ρωσία και άτυπα έχει πάρει το «χρίσμα» του θεματοφύλακα των συμφερόντων της Μόσχας στην περιοχή, ως αντιστάθμισμα του Ισραήλ.
Πως θα μπορούσε άραγε το Ιράν να αποκτούσε πυρηνικά όπλα, αν δεν το βοηθούσε η Ρωσία και η Κίνα που βλέπουν την απειλητική εξάπλωση των ΗΠΑ στην χερσόνησο των πετρελαίων και οι οποίες όμως δεν θέλουν να έρθουν σε άμεση αντιπαράθεση με την Ουάσιγκτον λόγω της οικονομικής τους εξάρτησης από τις αμερικανικές πολυεθνικές;
Επί της ουσίας έχουμε ένα παιχνίδι ισχύος στην γεωπολιτική και γεωστρατηγική σκακιέρα της υφηλίου. Ακόμη και αν αποκτήσει το Ιράν πυρηνικά, η απειλή δεν είναι άμεση ούτε υπάρχουν ενδείξεις περί χρήσεως αυτών κατά του Ισραήλ ή άλλης δυτικής χώρας. Οι συγκρούσεις θα παραμείνουν συμβατικές ή και ακόμη θα μειωθούν στην περιοχή μιας και οι αντίπαλοι θα σκέφτονται πολλαπλά πλέον τις συνέπειες μιας άμεσης στρατιωτικής σύρραξης.
Οπως εκτιμάται αναμένεται τα επόμενα χρόνια να κυριαρχήσει η στρατηγική των «ασύμμετρων απειλών και επιθέσεων» στην περιοχή, με τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τη Δύση να τον αποτελεί όχι το Ιράν και τα πυρηνικά που πιθανά να αποκτήσει, αλλά οι «ωρολογιακές βόμβες» του Ιράκ και του Αφγανιστάν που αποτελούν μάλλον την μοναδική άμεση απειλή για τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Κεντρικής Ασίας.
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
http://www.defencenet.gr/defence/index.php?option=com_content&task=view&id=10195&Itemid=52