Δημοσιογραφία πλυντήριο και ο ρόλος της Ολγας Τρέμη
Του Κώστα Βαξεβάνη – HOT DOC
Πριν από χρόνια η λέξη «διαπλοκή» απέδιδε σε γενικές γραμμές τη σχέση συμφερόντων που υπάρχουν μεταξύ πολιτικών, επιχειρηματιών και Μέσων Ενημέρωσης. Σήμερα η διαπλοκή είναι ένας ξεπερασμένος όρος. Οι παλιοί πρωταγωνιστές του, με τα χρόνια, αποτέλεσαν ένα κλειστό σύστημα εξουσίας, το οποίο δεν διαπλέκεται απλώς για να κερδίζει, αλλά θεσμοθετεί τη διαφθορά με νόμους, την αυθαιρεσία του με πολιτικές αποφάσεις και την εξουσία του με την σιωπή. Δεν είναι η εξουσία πια που εξυπηρετεί τη διαπλοκή, αλλά η διαπλοκή που είναι εξουσία.
Στο σύστημα αυτό τα Μέσα Ενημέρωσης αποτελούν βασικό κρίκο. Όταν μιλάμε λοιπόν για χρηματισμό των δημοσιογράφων, δεν μιλάμε για τον διεφθαρμένο που ανοίγει το ένα χέρι για να γράψει με το άλλο «δυο καλές κουβέντες». Μιλάμε κυρίως για έναν εκμαυλισμό που διαστέλλει συνειδήσεις, που παρουσιάζει και παγιώνει το ανήθικο ως αναγκαίο. Ποτέ άλλοτε σε αυτή τη χώρα το «νόμιμο» δεν ήταν σε τόσο μεγάλη αντιδιαστολή με το «ηθικό». Συνεχώς παράγεται μια νομιμότητα που αντιστρατεύεται και τη λογική και την ηθική. Οι δημοσιογράφοι -κάποιοι δημοσιογράφοι- δεν εξυπηρετούν την εξουσία, αλλά είναι τμήμα της. Τμήμα μιας ελίτ που εξουσιάζει. Και που για να τη διατηρήσουν μπορεί να κάνουν αυτό που παλιά έλεγε ο Κακαουνάκης: «Να σκοτώσουν και τη μάνα τους». Πόσο μάλλον να πουν κάποια ψέματα.
Το χειρότερο είναι πως δεν αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως διεφθαρμένο, αλλά ως έναν επιχειρηματία που κάνει μια δουλειά και είναι νόμιμος αφού κόβει τιμολόγια. Εκατομμύρια μαύρου χρήματος διακινούνται προς δημοσιογράφους και νομιμοποιούνται μέσα από εταιρίες «παροχής υπηρεσιών», «διαμόρφωσης προφίλ», «επικοινωνιακής στρατηγικής» και άλλα πολλά αόριστα. Δημοσιογράφοι αναλαμβάνουν το ξέπλυμα τραπεζών, επιχειρήσεων, επιχειρηματιών, σκανδάλων, και πληρώνονται μέσω διαφήμισης σε εφημερίδες και (πλέον) sites, κόβοντας τιμολόγιο για «επικοινωνιακή πολιτική». Αν τους πεις πως είναι ανήθικο, θα σου απαντήσουν πως είναι νόμιμο.
Δύο εταιρίες στην Ελλάδα ανέλαβαν με τη βοήθεια δημοσιογράφων να προωθήσουν την «αναγκαιότητα του μνημονίου». Η αμοιβή τους είναι μέσω κάποιας εταιρίας και κάποιας αόριστης, μη μετρήσιμης, παροχής υπηρεσιών. Μπορεί απλώς να εμφανίζονται πως διοργάνωσαν μια εκδήλωση. Και να σου ζητάνε και τα ρέστα που δεν τους δίνεις το δικαίωμα να συμπληρώσουν το εισόδημα τους. Το σύνολο σχεδόν των ελληνικών ΜΜΕ δεν έγραψε το παραμικρό για τις αποκαλύψεις για την Πειραιώς από το Hot Doc και το Reuters. Αντίθετα είχαν ύμνους για την εξαγορά της ΑΤΕ από την Πειραιώς, δίπλα ακριβώς στις ακριβοπληρωμένες διαφημίσεις.
Την περίοδο που ξέσπασε το σκάνδαλο της SIEMENS στη Γερμανία, οι ελληνικές εφημερίδες γέμισαν με διαφημίσεις της γερμανικής εταιρίας αντί για αποκαλύψεις. Το ίδιο έγινε και με το σκάνδαλο VODAFONE- υποκλοπές. Ο μεγαλύτερος εκμαυλιστής είναι η κυβέρνηση μέσω των κρατικών διαφημίσεων. Η Ελλάδα είναι η χώρα που έχει την παγκόσμια πρωτοτυπία, επί υπουργίας Θόδωρου Ρουσόπουλου, μια εφημερίδα που πουλούσε 28ο φύλλα να πουλά διαφήμιση έναντι ι,5 εκατομμυρίου ευρώ, όταν οι πρώτες εφημερίδες με 300.000 πωλήσεις έπαιρναν πολύ λιγότερο. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα δεν ανθεί ούτε η δημοσιογραφία ούτε η αλήθεια. Αναπτύσσονται το ψέμα και οι εκβιασμοί, το δεύτερο νοσηρό παράγωγο. Ένας από τους λόγους που μαζί με τη δημοσιογραφία καταρρέει και η διαφήμιση είναι αυτός. Η διαφήμιση χρησιμοποιήθηκε ως μέσο χρηματισμού και χειραγώγησης. Και όπως είναι γνωστό, «όταν τρώνε, δεν μιλάνε».
Πλυντήριο Siemens
Αν κάποιος υποθέσει πως το σκάνδαλο της SIEMENS στην Ελλάδα μπορεί να αποδοθεί με νούμερα, μάλλον κάνει λάθος. Το μέγεθος του σκανδάλου και η διαφθορά έχουν πιο απλά μέτρα. Κυρίως το θράσος και την φυσικότητα με την οποία χρηματίστηκαν όσοι χρηματίστηκαν. Όταν ένας υπουργός παραλαμβάνει μαύρη σακούλα στον δρόμο, ένας άλλος μετράει τη μίζα μέσα στο γραφείο τού Χριστοφοράκου και ένας δημοσιογράφος κάνει παραλαβή μισθού χωρίς να βγει καν από το αμάξι του στο πάρκινγκ της SIEMENS, τότε ναι, καταλαβαίνεις τι μέγεθος είχε το σκάνδαλο. Αλλά σκάνδαλο, ποιο σκάνδαλο; Ακόμη κι αν υπήρξε, σίγουρα δεν έχει το μέγεθος που πιστεύουμε, υποστηρίζουν δημοσιογράφοι στα τηλεπαράθυρα. Αυτά από τα οποία αυτοκτόνησε η αξιοπιστία του επαγγέλματος στπ διάρκεια του σκανδάλου.
Τον Νοέμβριο του 2006, οι γερμανικές αρχές οδήγησαν στην ανάκριση δύο υψηλόβαθμα στελέχη της SIEMENS, τους Κουτσενρόιτερ και Σίκατζεκ, υπεύθυνους για τα «μαύρα ταμεία» της επιχείρησης. Ο γερμανικός κολοσσός είχε προχωρήσει σε χρηματισμό πολιτικών, κρατικών λειτουργών και δημοσιογράφων σε ολόκληρο τον κόσμο για να εξασφαλίσει συμβόλαια ι,3 δισ. ευρώ. Η Ελλάδα ήταν στον κατάλογο της διαφθοράς, όπως άλλωστε και για την άλλη γερμανική εταιρία HDW, που είχε αναλάβει την πώληση υποβρυχίων στην Ελλάδα. Όσα προέκυψαν από τη γερμανική δικογραφία ήταν πάρα πολύ ενδιαφέροντα. Μια βεντάλια από υπεράκτιες εταιρίες και μια ομάδα από έλληνες δικηγόρους, επιχειρηματίες και τραπεζίτες, σχετίζονταν με το μαύρο χρήμα της εταιρίας στην Ελλάδα.
Τα υπόγεια των κτιρίων 1702 και 1703 της Siemens στηνοδό Hofmannstrasse ήταν γεμάτα από έγγραφα που πιστοποιούσαν τις λεγόμενες «χρήσιμες δαπάνες», δηλαδή τις μυστικές πληρωμές μαύρου χρήματος.Στην Ελλάδα όμως, στα Μέσα Ενημέρωσης δεν υπάρχουν σχετικά ρεπορτάζ. Αντίθετα, τις ημέρες που κλονίζεται ο γερμανικός κολοσσός, οι ελληνικές εφημερίδες δημοσιεύουν άφθονες καταχωρήσεις της SIEMENS, που διαφημίζει την προσφορά της στην Ελλάδα επί δεκαετίες. Ο ελληνικός Τύπος, μπουκωμένος από το χρήμα των διαφημίσεων, μάλλον δεν μπορεί να μιλήσει ταυτόχρονα και για το σκάνδαλο.
Μαύρο χρήμα και λευκές περιστερές
Στις 31η Ιανουαρίου 2003, στο εστιατόριο Alter Wirt του Μονάχου, πέντε άντρες μιλάνε χαμηλόφωνα την ώρα που γευματίζουν. Ανάμεσα τους είναι δύο από τα πιο ισχυρά στελέχη της SIEMENS, οι Σίκατζεκ και Κουτσενρόιτερ, υπεύθυνοι των μαύρων ταμείων της επιχείρησης. Η συζήτηση τους ήταν μια από τις πιο εμπιστευτικές διαδικασίες στη λειτουργία της SIEMENS, αλλά έγινε γνωστή τρία χρόνια αργότερα, όταν η εισαγγελία του Μονάχου άρχισε να μπαίνει βαθιά στην υπόγεια λειτουργία της SIEMENS. Τα στελέχη της SIEMENS είχαν συναντηθεί για να συμφωνήσουν τον ασφαλή τρόπο διανομής των κονδυλίων χρηματισμού στο εξωτερικό. Έως το 1998 τα κονδύλια διαφθοράς για το εξωτερικό θεωρούνταν στη Γερμανία νόμιμα και μάλιστα δικαιολογούνταν στην εφορία. Ψηφίστηκε όμως νόμος που απαγόρευε στις γερμανικές εταιρίες να έχουν τέτοιες λειτουργίες. Έτσι η SIEMENS έπρεπε να βρει ασφαλή τρόπο για να χρημαρίζει. Μέχρι το 1998 έφευγαν χρήματα από προσωπικούς λογαριασμούς στελεχών της εταιρίας και κατέληγαν στους αποδέκτες.
Το σχέδιο που επεξεργάστηκε η ομάδα κρυφής λειτουργίας προέβλεπε πώς δημιουργούνται μια σειρά απά εταιρείες συμβούλων, οι οποίες θα κόβουν τιμολόγια για εικονική παροχή υπηρεσιών στη SIEMENS ή για παροχή έργου σε έργα που ήδη είχαν γίνει αλλά μεταχρονολογημένα. Αυτές οι εταιρίες συμβούλων πλήρωναν άλλες offshore εταιρίες, πάλι για παροχή συμβουλευτικού έργου, και αυτές με τη σειρά τους, μέσα από μια δαιδαλώδη διαδρομή, μετέφεραν χρήματα στους τελικούς αποδέκτες που δεν ήταν άλλοι από πολιτικούς, στελέχη επιχειρήσεων και δημοσιογράφους. Οι τελευταίοι είχαν τον ρόλο της διαμόρφωσης της θετικής εικόνας για τη SIEMENS της αποσιώπησης αρνητικών ειδήσεων την επιχείρηση.
Το μεγάλο πλυντήριο μαύρου χρήματος λειτουργούσε μια χαρά, αποδίδοντας ωσάν λευκές περιστερές διαφθορείς και διεφθαρμένους.
Η μέθοδος των τριών
Το 1996, το τιμόνι της SIEMENS στην Ελλάδα αναλαμβάνει ο Μιχάλης Χριστοφοράκος, ο οποίος οργανώνει ένα ισχυρό και προστατευμένο δίκτυο διακίνησης μαύρου χρήματος, πρώτα στα δυο μεγάλα κόμματα και στη συνέχεια σε πρόσωπα. Επικεφαλής του δικτύου από το 2001 είναι ο πρώην Διευθυντής Τηλεπικοινωνιών της SIEMENS, Πρόδρομος Μαυρίδης.
Το μαύρο χρήμα φτάνει με τρεις τρόπους στην Ελλάδα. Στο επίκεντρο της διακίνησης του μαύρου χρήματος είναι η Dreshner Bank. Η πρώτη μέθοδος είναι η πιο απλή, αλλά δεν μπορεί να επαναλαμβάνεται. Ο Μαυρίδης φαίνεται να παίρνει δάνειο από την τράπεζα στην Ελβετία με ενέχυρο τραπεζικούς λογαριασμούς εκεί. Στη συνέχεια κάνει ανάληψη του ποσού, ενώ η SIEMENS αποπληρώνει το δάνειο στην Ελβετία. Το 2002 φαίνεται με τον τρόπο αυτό να χρησιμοποιήθηκαν από τον Μαυρίδη 2 εκατομμύρια ευρώ.
Η δεύτερη μέθοδος φαίνεται να είχε τη συνδρομή πολιτικών παραγόντων. Με το επιχείρημα της ανάγκης επαναπατρισμού κεφαλαίων από το εξωτερικό, δόθηκε φορολογική αμνηστία. Μπορούσε κάποιος να φέρει κεφάλαια από το εξωτερικό, πληρώνοντας μόλις 3%, εξασφαλίζοντας πως δεν θα υπάρξει έλεγχος του πόθεν έσχες. Η SIEMENS έφερε με τον τρόπο αυτό μέσω Μαυρίδη 6 εκατομμύρια ευρώ το2005.
Η τρίτη μέθοδος ήταν πιο διαδεδομένη. Στέλεχος της Dreshner Bank έβρισκε με τη βοήθεια στελεχών ελληνικών τραπεζών Έλληνες οι οποίοι ήθελαν να βγάλουν λεφτά στο εξώτερικό από παράνομες δροστηριότητες αλλά δεν μπαρούσαν, γιατί οποιαδήποτε τραπεζική συναλλαγή υπήρχε πιθανότητα να ξεκινήσει έρευνα. Έτσι παρέδιδαν χρήματα στον Μαυρίδη, ο οποίος τα χρημοποιούσε για χρηματισμούς. Στη συνέχια η SIEMENS μέσω δύο ofshore εταιριών κατέθετε το αντίστοιχο ποσό σε λογαριασμό του παρένθετου προσώπου στο εξωτερικό. Κανένας δεν μπορούσε έτσι να συσχετιστεί με τα μαύρα κονδύλια με τη SIEMENS, αφού τα πρόσωπα που άνοιγαν λογαριασμούς δεν είχαν καμία σχέση με την εταιρία.
Στοιχεία γι” αυτά τα μαύρα κονδύλια βρέθηκαν στο ημερολόγιο της Κατερίνας Τσακάλου, έμπιστης γραμματέα του Χριστοφοράκου. Στο ημερολόγια ύπαρχουν βεβαία ονόματα και δημοσιογράφων. Ο χρηματισμός δημοσιογράφων είχε, απ” ό,τι φαίνεται, δυο μορφές: Τις απευθείας πληρωμές που έκανε ο Χριστοφοράκος και η ηγετική ομάδα της SIEMENS, και τα μαύρα κονδύλια που πληρώνονταν έμμεσα, μέσω εταιριών συμβούλων της SIEMENS. Οι εταιρίες συμβούλων είναι μια διεθνής πρακτική που χρησιμοποιούν εταιρίες σε όλο τον κόσμο για να χρηματίζουν «ευαίσθητες» συμμαχικές ομάδες όπως οι δημοσιογράφοι. Μια εταιρία, για παράδειγμα, μπορεί να έχει αναλάβει ένα έργο για τη SIEMENS μη μετρήσιμο πάντα αντικειμενικά, όπως είναι η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, και στη συνέχεια, αφού πληρωθεί γ” αυτό το έργο, να διανείμει το ποσό σε δημοσιογράφους που υποστηρίξουν την «εταιρική πολιτική». Οι δημοσιογράφοι, με τη σειρά τους, θα κόψουν τιμολόγια για παροχή υπηρεσιών ή συγγραφή εταιρικών κειμένων, ακόμη και για σεμινάρια ή εκπαίδευση προσωπικού. Όλα νόμιμα, αλλά ανήθικα.
«Intelligent report» κ.α. ιστορίες
Ο ισχυρός άντρας της SIEMENS στην Ελλάδα διατηρούσε προσωπικά σχέσεις με αρκετούς δημοσιογράφους. Όπως αναφέρει άνθρωπος που συμμετείχε στο δίκτυο, οι δημοσιογράφοι που χρηματίζονταν από τον Χριστοφοράκο ήταν δύο κατηγοριών. Η μία ήταν οι προσωπικές του επιλογές, δηλαδή αυτοί τους οποίους γνώριζε ή θεωρούσε ικανούς να είναι διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Κάποιοι από αυτούς ήταν πραγματικά φίλοι του. Η άλλη κατηγορία ήταν δημοσιογράφοι τους οποίους χρημάτιζε χωρίς να τους έχει πραγματικά ανάγκη, μόνο και μόνο για να είναι στη σφαίρα επιρροής του. Για τους περισσότερους από αυτούς μιλούσε υποτιμητικά, όπως άλλωστε και για τους πολιτικούς. Στον κύκλο των ανθρώπων των μαύρων ταμείων, «ο κοντός υπουργός που την έστηνε στη γωνία για να πάρει τη μαύρη σακούλα» και ο «αθεόφοβος που μέτραγε μέχρι και τη μίζα μέσα στο γραφείο» ήταν μερικά από τα ανέκδοτα, τα οποία όμως ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα.
Ο χρηματισμός των δημοσιογράφων ήταν μια υπόθεση ρουτίνας για τη SIEMENS. Μερικοί τηλεφωνούσαν και πήγαιναν για να εισπράξουν όπως θα έκαναν για το λογιστήριο της δουλειάς τους. Την ομάδα που εισέπραττε μαύρα χωρίς αποδείξεις αποτελούσαν:
Ο Κ.Π., διευθυντής μεγάλου ραδιοφωνικού σταθμού, ο οποίος ήταν γνωστός για τις σχέσεις του με την Εκκλησία και το Αγιο Όρος. Ο χρηματισμός του άγγιζε τα όρια «δουλειάς Δημοσίου», αφού πήγαινε στο πάρκινγκ της SIEMENS και δεν έβγαινε καν από το αυτοκίνητο. Περίμενε απλώς να του πάνε τα χρήματα εκεί. Συνήθως 30.οοοτη φορά.
Ο Π.Τ. ήταν από αυτούς που εκτιμούσε ο Χριστοφοράκος. Γνωστός άνθρωπος της τηλεόρασης. Συνήθως πληρωνόταν μέσω της γυναίκας του, που εμφανιζόταν ότι παρέχει νομικές υπηρεσίες στον Χριστοφοράκο.
Ο Τ.Μ., ο οποίος, παρότι δεν πρόσφερε ιδιαίτερες υπηρεσίες ως οικονομικός συντάκτης, συνέχισε να πληρώνεται κυρίως από συνήθεια.
Η Ε.Ν., παρουσιάστρια στην τηλεόραση, με πολλές δημόσιες σχέσεις και ακόμη περισσότερες υποσχέσεις. Πρόσφατα απασχόλησε την κοινή γνώμη με άλλη υπόθεση χρηματισμού.
Ο Α.Τ., φίλος του Χριστοφοράκου και σχετιζόμενος με τη μητρική εταιρία. Όταν ξεκίνησε το σκάνδαλο, ο Χριστοφοράκος του ζήτησε να μεταθέσει την ευθύνη του σκανδάλου στον Μαυρίδη.
Η Μ.Μ., οικονομική-πολιτική συντάκτρια. Ήταν από τις ελάχιστες περιπτώσεις που αποκαλύφθηκαν μετά την κατάσχεση του σκληρού δίσκου του Χριστοφοράκου. Στο παρελθόν παρείχε υπηρεσίες συμβούλου στον ΟΤΕ, αλλά και σε ιδιωτικές εταιρίες τηλεφωνίας. Είχε υπογράψει με την SIEMENS συμβόλαια προβολής της εταιρίας έναντι 30.000 ευρώ τον χρόνο. Έχει καταγραφεί αλληλογραφία της με την Κατερίνα Τσακάλου. Ανάμεσα στις υποχρεώσεις της ήταν η σύνταξη ενός «intelligent report», μέσω του οποίου φέρεται να δίνει πληροφορίες στον Χριστοφοράκο για διάφορα θέματα της πολιτικής σκηνής. Το συμβόλαιο της μάλιστα προέβλεπε πως ο Χριστοφοράκος μπορούσε να της αναθέσει σχετικές έρευνες «κατασκοπευτικής» φύσεως. Στις αναφορές που έχει στείλει, εμφανίζεται να δίνει πληροφορίες για την ψυχική υγεία του τότε πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή και το Μέγαρο Μαξίμου. Λέει συγκεκριμένα σε ένα report: 14/12/07 «Ασθενεί και εξοργίζεται ο πρωθυπουργός. Η ψυχική υγεία του είναι κλονισμένη, έπαθε γρίπη και είναι εξοργισμένος και με τον Μαγγίνα και με τον Αλογοσκούφη, τους οποίους αποφάσισε τελικά να αντικαταστήσει. Αποφασίστηκε να συμμετέχει ο Σαμαράς στην κυβέρνηση. «Ο πρωθυπουργός δεν αισθάνεται πολύ καλά τελευταία», είπε στενός συνεργάτης και προσωπικός ιατρικός σύμβουλος του Κ. Καραμανλή. Από τη συζήτηση που είχαμε μαζί του βεβαιωθήκαμε ότι η κακοδιαθεσία του δεν οφείλεται στις απεργιακές κινητοποιήσεις, αλλά όπως είπε η ίδια έγκυρη πηγή, «σε τίποτα συγκεκριμένο». Το ψυχολογικό του σύστημα είναι σε άθλια κατάσταση, σε σημείο που φοβόμαστε πλέον όλοι να του μιλήσουμε για δυσάρεστα θέματα. Η κατάσταση αυτής της… ευαισθησίας προϋπήρχε, αλλά τώρα επιδεινώθηκε σε άσχημο βαθμό. Εκδηλώνεται με βουλιμικές περιόδους και αδυναμία σε σοκολάτες, άμυλο και οινόπνευμα, γεγονός που επιδεινώνει την κατάσταση του…».
Δεκάδες δημοσιογράφοι ήταν επίσης στη «λίστα δώρων» της SIEMENS, εξασφαλίζοντας οικοσκευές, ηλεκτρονικά είδη και προϊόντα SIEMENS.
Η εταιρία CIVITAS
Είναι αδύνατον πρακτικά να διαπιστωθεί ποιοι δημοσιογράφοι χρηματίστηκαν από τη SIEMENS προκειμένου, όπως έλεγε ο Χριστοφοράκος, να γίνει η «καλλιέργεια του πολιτικού τοπίου» μέσα από εταιρίες που εμφανίζονταν να παρέχουν διάφορες υπηρεσίες στην εταιρία. Στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής αναφέρθηκε από πολλούς μάρτυρες (υπάρχει ακόμη και στη δικογραφία του Μονάχου) πως η γερμανική εταιρία διαμόρφωνε την κοινή γνώμη και τις ευνοϊκές γι” αυτήν συνθήκες δίνοντας τεράστια ποσά. Στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής κλήθηκε να καταθέσει ο Γιώργος Φλέσσας, διευθύνων σύμβουλος της ΟΓνΤΤΑδ. Επρόκειτο για μια εταιρία δημοσίων σχέσεων, παροχής συμβουλών και επικοινωνιακής στρατηγικής, η οποία είχε επίσημη συνεργασία με τη SIEMENS έως το 2008.
Την περίοδο που ξεσπά το σκάνδαλο της SIEMENS στη Γερμανία, η CIVITAS μοιράζει στον Τύπο διαφήμιση εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ. Σύμφωνα με την κατάθεση του Γ. Φλέσσα στην Επιτροπή της Βουλής, το μοίρασμα της διαφήμισης δεν ήταν απόπειρα να «εξαγοραστεί» ο Τύπος, απλώς συνέπεσε με την καμπάνια της εταιρίας την εποχή εκείνη για την κοινωνική προσφορά της SIEMENS στην Ελλάδα. Από τα στοιχεία που έχουν κατασχεθεί κατά τη διάρκεια της δικαστικής έρευνας του σκανδάλου SIEMENS προκύπτει πως, στα κομπιούτερ της εταιρίας, η CIVITAS υπάρχει ως προμηθευτής της SIEMENS, με κωδικό 50003846, ο οποίος ανοίχτηκε στις 17 Ιανουαρίου 2005. Την ίδια μέρα ανοίγει η καρτέλα ενός ακόμη προμηθευτή, του «ΦΛΕΣΣΑΣ», με κωδικό 50006821. ο οποίος δεν έχει ΑΦΜ ή άλλα στοιχεία, Η καταχώρηση προμηθευτή με ελλιπή σοιχεία είναι είναι μάλλον αδιανόητη για ένα γερμανικό κολοσσό όπως η SIEMENS.
Στα κατασχεμένα ημερολόγια της Τσακάλου, γραμματέα του Χριστοφοράκου, στις 24 Μαΐου 2001, δίπλα στο όνομα «Φλέσσας» υπάρχει η σημείωση «τρόπος πληρωμής: όχι λογιστήριο». Το ερώτημα είναι: Ποιος είναι ο Φλέσσας για τον οποίο η SIEMENS ανοίγει καρτέλα χωρίς στοιχεία την ίδια μέρα με την CIVITAS και για τον οποίο ο Χριστοφοράκος δίνει εντολή να πληρωθεί εκτός λογιστηρίου, με τα μαύρα χρήματα που διέθετε άφθονα η εταιρία; Η σχέση CIVITAS και SIEMENS παρουσιάζει ένα ακόμη περίεργο στοιχείο. Η CIVITAS ως εταιρία που δίνει εντολή για διαφήμιση σε ΜΜΕ πρέπει να εισπράξει από αυτά επιστροφή χρημάτων τουλάχιστον ιο% επί του συνολικού ποσού. Μερικές φορές οι επιστροφές φτάνουν το 25%.Η CIVITAS ωστόσο δεν φαίνεται να εισπράττει τα χρήματα της, εμφανίζεται δηλαδή να χαρίζει λεφτά στα ΜΜΕ. Σε έρευνα που πραγματοποίησε το ΣΔΟΕ στην εταιρία ΝΟΚΙΑ SIEMENS INTERNATIONAL, προέκυψε πως η εταιρία έχει παραβάσεις ύψους 1.322.776 ευρώ. Η εταιρία συνεργάζεται με τις θυγατρικές της CIVITAS στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, και πληρώνει για δημόσιες σχέσεις στην Ελλάδα τις θυγατρικές στο εξωτερικό. Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί εξετάζουν τη σχέση που μπορεί να έχουν οι θυγατρικές της CIVITAS με ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης και δημοσιογράφους.
Η CIVITAS, το ΔΝΤ, η πτώχευση και οι χρυσές δουλειές
Η CIVITAS έκανε πρόσφατα αίτηση για να υπαχθεί στο άρθρο 99 του πτωχευτικού κώδικα. Η μητρική εταιρία δείχνει να αντιμετωπίζει δυσκολίες από τις μη πληρωμές του Δημοσίου. Μπορεί ωστόσο να κάνει δουλειές με τις θυγατρικές της στην Ελλάδα, την ώρα που ένα τμήμα της εταιρίας δείχνει να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Η CIVITAS υπήρξε η εταιρία που ανέλαβε τις πολιτικές προεκλογικές εκστρατείες της ΝΔ από το 2004 έως το 2009. Ανέλαβε επίσης την αντιμετώπιση κρίσεων για εταιρίες που βρέθηκαν στο επίκεντρο σκανδάλων. Συνεργάστηκε με τα ναυπηγεία την εποχή που ήταν στην ιδιοκτησία της HDW της εταιρίας με το σκάνδαλο των υποβρυχίων, με την Ericson την περίοδο των υποκλοπών, με την ιδιοκτήτρια εταιρία του Sea Diamond που ναυάγησε στη Σαντορίνη και άλλους πολλούς.
Όπως δήλωσε ο Γ. Φλέσσας στην Εξεταστική της Βουλής, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να συμβουλεύει για μια επικοινωνιακή πολιτική . Στα ημερολόγια του Χριστοφοράκου, ο Φλέσσας αναφέρεται συχνά ως διοργανωτής media training πράγμα που αρνείται ότι έκανε. Επίσης στο ημερολόγιο εμφανίζεται ναδιοργανώνει για τον Χριστοφοράκο δείπνα με δημοσιογράφους. Στην επιτροπή της Βουλής απαντά: «Δεν θυμάμαι. Στο πλαίσιο της γνωριμίας των πελατών μας με δημοσιογράφους με τα σχετικά ρεπορτάζ, συχνά πυκνά διοργανώνονται τέτοια πράγματα. Για τον Χριστοφοράκο δεν θυμάμαι τι έγινε, θα σας γελάσω».
Πρόσφατα η CIVITAS του Γ. Φλέσσα ανέλαβε ένα μέρος της επικοινωνιακής πολιτικής του ΔΝΤ από την εταιρία EURO RSCC. Αρνείται πως αυτή η ανάθεση αφορά τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης με επιρροή δημοσιογράφων. «Κάνουμε απλώς monitoring, παρακολουθούμε τι λένε τα ελληνικά Μέσα και τους το μεταφέρουμε», λέει στη Βουλή. Παραδέχεται όμως πως έκλεισε δείπνα σε δημοσιογράφους με εκπροσώπους του ΔΝΤ: «Μας ζητήθηκε κάποια στιγμή. Οι εκπρόσωποι της τρόικας θέλησαν να επικοινωνήσουν με τα Μέσα Ενημέρωσης και μας ανατέθηκε να πάρουμε τηλέφωνα κάποιους δημοσιογράφους να πάνε την τάδε ώρα στη Μεγάλη Βρετανία για να τους μιλήσουν». Βέβαια ο κύριος Φλέσσας δεν θυμάται ποιους δημοσιογράφους έστειλε στα δείπνα με τον Χριστοφοράκο και με το ΔΝΤ.
Η CIVITAS αγόρασε μέσω των θυγατρικών της το 8ο% της τουρκικής εταιρίας CLOBAL TANITIM για λίγο διάστημα. Τον Δεκέμβριο του 2010 η αμερικανική εταιρία Hill &Knowiton αγόρασε το πλειοψηφικό πακέτο της global από την civitas. Έχει σημασία ποια είναι η Hill &Knowiton. Πρόκειται για έναν επικοινωνιακό κολοσσό με πολλές αμαρτίες. Η Knowiton είναι η εταιρία που έστησε μια από τις μεγαλύτερες επικοινωνιακές προβοκάτσιες. Το 1990 εμφάνισε στην αμερικανική τηλεόραση τη «νοσοκόμα Ναϊράχ», μια νοσοκόμα από το Κουβέιτ που περιέγραφε πώς οι ιρακινοί στρατιώτες, όταν εισέβαλαν στη χώρα της, έβγαλαν τα μωρά από τις θερμοκοιτίδες και τα άφησαν μπροστά της να πεθάνουν στο κρύο πάτωμα. Λίγο αργότερα αποκαλύφθηκε πως ήταν η κόρη του πρέσβη του Κουβέιτ σε μία από τις μεγαλύτερες απάτες στον τομέα της επικοινωνίας.
Η ΚηοννΙίοη, η οποία έχει κατηγορηθεί για σχέσεις με τη CIA, τη δεκαετία του ’90 είχε αναλάβει για χάρη των καπνοβιομηχανιών να κάνει καμπάνιες που θα έπειθαν τον κόσμο ότι το τσιγάρο δεν σχετίζεται με τον καρκίνο. Φέρεται επίσης να πληρώνεται από κυβερνήσεις για να ενοχοποιεί ή να απενοχοποιεί για εγκλήματα πολέμου και οφαγές. Όλο αυτό το πλαίσιο λειτουργίας των εταιριών, προφανώς γίνεται με κάθε νομιμότητα. Η επιχειρηματικότητα εμφανίζεται ως το ζητούμενο και το κίνητρο. Και η «νομιμότητα» ως το δικαιολογητικό πλαίσιο. Με τρόπο που ακόμη και η SIEMENS, που κατέκλεψε την Ελλάδα, είναι νόμιμη.
ΔημοσιοΜΗγράφε για τα σκάνδαλα και θα έχεις πακέτο
Του Στέφανου Γεωργίου
Ένας άνθρωπος με αναγνωρισιμότητα και επιρροή στην κοινή γνώμη μπορεί να αποτελέσει πραγματικό θησαυρό. Δεν είναι λίγες οι επιχειρήσεις που «βλέπουν» τέτοιους, μικρούς και μεγάλους, θησαυρούς στα πρόσωπα δπμοσιογράφων με πρόσβαση σε δημοφιλή και προβεβλημένα ΜΜΕ, ώστε να προασπίζονται τα συμφέροντα τους και ενίοτε να κουκουλώνουν σκάνδαλα, κομπίνες δεκάδων εκατομμυρίων, υπόγεια αλισβερίσια και σκοτεινές διαδρομές μαύρου χρήματος, μέχρι και ψυχροπολεμικού τύπου υποθέσεις κατασκοπείας. Ένας κεκαλυμμένος εκπρόσωπος Τύπου που με γκεμπελικές μεθόδους θα φροντίζει να βγάζει «λάδι» την εταιρία που τον έχει στα μυστικά κονδύλια της, φουσκώνοντας παράλληλα τους προσωπικούς του λογαριασμούς σε κάθε πιθανό και απίθανο σημείο και φορολογικό παράδεισο του πλανήτη…
Τα «μυστικά» αυτά κονδύλια, ωστόσο, δεν είναι και τόσο μυστικά. Για να μπορέσουν να «νομιμοποιηθούν» παίρνουν τη μορφή διαφήμισης. Ενδεικτικό είναι ότι εφημερίδες με εξαιρετικά μικρή κυκλοφορία καταφέρνουν χρόνια τώρα να επιβιώνουν, έχοντας εξασφαλίσει δυσανάλογα προς τις πωλήσεις τους διαφημιστικά μπάτσετ. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι την πρωτοκαθεδρία στη διαφημιστική δαπάνη κάθε χρονιά την έχουν οι εταιρίες κινητής τηλεφωνίας και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, με τα πρώτα για το 2011 να έχουν καταβάλει στα ΜΜΕ 97,36 εκατ. ευρώ και τα δεύτερα 92,85 εκατομμύρια, από τα οποία το 55% οδηγήθηκε προς τις εφημερίδες.
«Άκρα του τάφου σιωπή» για τα «λαθραία» δάνεια της Πειραιώς
Στις αρχές Απριλίου παρατηρήθηκε μια παγκόσμια πρωτοτυπία στη δημοσιογραφία. Τα κεντρικά δελτία ειδήσεων σχεδόν όλων των καναλιών, εφημερίδες αλλά και δεκάδες ειδησεογραφικά site και αμφιλεγόμενα για τον πραγματικό τους ρόλο blog αφιέρωσαν εκτενή ρεπορτάζ για τη διάψευση μιας είδησης που δεν είχαν μεταδώσει! Με προσήλωση ιερομόναχου, σχεδόν όλα τα ΜΜΕ της χώρας αναπαρήγαγαν το Δελτίο Τύπου της Τράπεζας Πειραιώς σε απάντηση δημοσιεύματος του πρακτορείου Reuter, χωρίς ωστόσο να έχουν κάνει την παραμικρή αναφορά στο ίδιο του ρεπορτάζ του διεθνούς πρακτορείου. Η διάψευση ουσιαστικά ήταν στον αέρα, ενώ όσοι δεν είχαν παρακολουθήσει ενδελεχώς την ειδησεογραφία των ημερών θεώρησαν ότι έχασαν κάποιο ουσιώδες απόσπασμα του θέματος. Το δημοσίευμα του Στίβεν Γκρέι στρεφόταν κατά της οικογένειας Σάλλα και αφορούσε σε διάφορες offshore εταιρίες που είχαν συστήσει μέλη της ισχυρής οικογενείας της Πειραιώς, μέσω των οποίων φέρονται να αγόραζαν ακίνητα με δάνεια από την ίδια την τράπεζα και εν συνεχεία να τα μεταπωλούν σε πολλαπλάσιες τιμές στην Πειραιώς.
Λίγους μήνες αργότερα, σης ι6 Ιουλίου, το πρακτορείο Reuter «ξαναχτύπησε» με τον ίδιο αποδέχτη. Σύμφωνα με το νέο ρεπορτάζ του ερευνητή-ρεπόρτερ Στίβεν Γκρέι, ο πρόεδρος μιας εκ των μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών, μαζί με την οικογένεια του, έχει πάρει δάνεια πάνω από 100 εκ. ευρώ για τη χρηματοδότηση της δικής του τράπεζας με την επίμαχη αγορά να μην έχει δηλωθεί ποτέ στο Χρηματιστήριο Αθηνών, όπως ισχυρίζεται το δημοσίευμα. Η είδηση όλως παραδόξως για μια ακόμη φορά δεν είδε ποτέ το φως της δημοσιότητας στα «έγκυρα» μέσα ενημέρωσης του ελληνικού μικρόκοσμου.
Εύλογα λοιπόν δημιουργείται η απορία. Πρόκειται για αμέλεια των «λαγωνικών» της συντακτικής ομάδας -συμπτωματικά-όλων των δελτίων και των περισσότερων εφημερίδων της χώρας, ή συμβαίνει κάτι άλλο;Είναι τουλάχιστον αφελές να θεωρεί κανείς ότι μια τράπεζα, η οποία σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τα οποία η ίδια έχει δώσει στη δημοσιότητα, έχει φτάσει τη διαφημιστική της δαπάνη στα 26 εκατομμύρια ευρώ, θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα αρνητικό γι” αυτήν ρεπορτάζ, την ώρα που όλα τα ΜΜΕ εποφθαλμιούν τα εκατομμύρια σαν μάννα εξ ουρανού. Για να αντιληφθεί κανείς το ύψος του μπάτζετ, αρκεί να αναλογιστεί ότι πρόκειται για το 1/3 του κόστους εξαγοράς ολόκληρης της ΑΤΕ από την Πειραιώς! Δεν πρόκειται για κάποια ανούσια σπατάλη από την πλευρά της τράπεζας, αλλά για βασικό πυλώνα της στρατηγικής της. Μοιράζοντας απλόχερα χρήματα, νομιμοποιημένα υπό τη μορφή της διαφήμισης, σε καναλάρχες και δημοσιογράφους, αποκτά μια αδιάβλητη ασπίδα προστασίας για το εταιρικό της προφίλ και μπορεί άφοβα πλέον να προχωρήσει με την ησυχία της σε όποια ενέργεια και αν θεωρεί προς το συμφέρον της. Ακόμη και αν αυτή «παίζει» με τα νομικά κενά ή σχοινοβατεί μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας, έχει πλέον καταφέρει να διασφαλίσει το κύρος της και να σκεπάσει με ένα πέπλο σιωπής όποιους «σκελετούς» μπορεί να έχει στη ντουλάπα της.
Κατακρήμνισαν την αξία του ΟΠΑΠ πριν τις αποκρατικοποιήσεις
Στα τέλη Ιουλίου, εν μέσω θερινής «σιέστας», το διοικητικό συμβούλιο του ΟΠΑΠ ανακοίνωσε ότι αποφάσισε να βάλει ως συνέταιρο στα τυχερά παιχνίδια μέσω διαδικτύου, που αποτελεί μονοπώλιο και αποκλειστικό δικαίωμα του Οργανισμού, τον ιταλικό κολοσσό Lottomatica . Ουσιαστικά αυτό που έγινε είναι ότι ο ΟΠΑΠ αίφνης αποφάσισε να απεμπολήσει το μονοπωλιακό δικαίωμα που είχε στο συγκεκριμένο χρυσοφόρο προϊόν, στην πραγματικότητα χαρίζοντας μέρος των κερδών του, σε ποσοστό μάλιστα που οι ιθύνοντες του Οργανισμού θεώρησαν ότι δεν χρειάζεται να ανακοινώσουν στο σχετικό Δελτίο Τύπου!
Το σκάνδαλο αποκτά ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις αν αναλογιστεί κανείς ότι αυτό γίνεται λίγο πριν το φιλέτο του ΟΠΑΠ, της πλέον κερδοφόρας επιχείρησης του Δημοσίου (μετέχει σε ποσοστό 34%) βγει στο σφυρί των αποκρατικοποιήσεων σε ποσοστό 25%. Και αυτό γιατί με την κίνηση αυτή οι ιθύνοντες του Οργανισμού κατάφεραν να ρίξουν πολύ την αξία του. Τα ερωτήματα που πλέον προκύπτουν είναι πώς γίνεται, ένα βήμα πριν το ξεπούλημα, η εταιρία να συνάπτει συμβάσεις που θα τη δεσμεύουν και μετά την εξαγορά και ποιος σοβαρός επενδυτής θα εκδηλώσει ενδιαφέρον για μια εταιρία που έχει βάρη. Εκτός αν η εταιρία που μπήκε ως συνέταιρος, εν προκειμένω η Lottomatica , έχει σκοπό να «χτυπήσει» τον ΟΠΑΠ στις αποκρατικοποιήσεις. Διότι αν αυτό το σενάριο αποδειχθεί αληθές, τότε θα πρόκειται για μια ενδελεχώς μεθοδευμένη υποτίμηση της αξίας του Οργανισμού με διπλό όφελος: Αφενός την εξασφάλιση κερδών εκ του μηδενός και αφετέρου τη μελλοντική εξαγορά του ΟΠΑΠ σε πολύ χαμηλότερη τιμή από την πραγματική του.
Ενδεικτική του παράδοξου της απόφασης του Δ.Σ. του Οργανισμού είναι και η αντίδραση της τρόικας στην ανακοίνωση της συμφωνίας. Συγκεκριμένα, ζήτησαν από το Μαξίμου και τον υπουργό Οικονομικών, Γιάννη Στουρνάρα, να ερευνηθούν οι αποφάσεις που έλαβε πρόσφατα η διοίκηση του ΟΠΑΠ για την ανάπτυξη της στο ίντερνετ, επιλέγοντας ως στρατηγικό εταίρο την εταιρία G2, συμφερόντων Lottomatica. Αμέσως μετά την ανακοίνωση της επίμαχης απόφασης, ο διευθύνων σύμβουλος της ιταλικής εταιρίας, Marco Sala, δήλωσε ευθαρσώς στο πρακτορείο Reuter ότι «η συμφωνία με τον ΟΠΑΠ δεν απαιτεί καμία επένδυση από τη μεριά της ιταλικής εταιρίας, επομένως δεν με απασχολεί μια πιθανή έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ»! Η δήλωση από μόνη της αποτελεί βόμβα, επιβεβαιώνει όσους έκαναν λόγο για μια σκανδαλώδη σύμβαση που αντιτίθεται στα συμφέροντα του Οργανισμού και υπό φυσιολογικές συνθήκες θα είχε κινητοποιήσει τις δικαστικές αρχές για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.
Ωστόσο, η είδηση δεν είδε ποτέ το φως της δημοσιότητας και παρέμεινε ένα τηλεγράφημα του Reuter, σαν να μην αφορούσε ποτέ την Ελλάδα. Πώς έφτασε μία τέτοια είδηση-βόμβα, για την οποία δεκάδες δημοσιογράφοι θα σκότωναν, να μην γίνει ποτέ ευρέως γνωστή; Ο ΟΠΑΠ έχει ένα από τα μεγαλύτερα διαφημιστικά μπάτζετ στην Ελλάδα και αποτελεί ευσεβή πόθο όλων των ΜΜΕ, που τον βλέπουν σαν την κότα με τα χρυσά αυγά. Ενδεικτικό είναι ότι το 2010 ο ΟΠΑΠ έδωσε μέσω διαφήμισης περισσότερα από 11 εκατομμύρια ευρώ, με το ποσό αυτό να αφορά όχι το σύνολο των ΜΜΕ, αλλά μόνο τις εφημερίδες!
Η συνολική διαφημιστική δαπάνη του Οργανισμού ξεπερνά ετησίως τα 23 εκατομμύρια ευρώ, με το ποσό να έχει περιοριστεί τα τελευταία έτη λόγω οικονομικής κρίσης. Αυτό δεν περιορίζεται σε απευθείας διαφήμιση, καθώς θεωρείται ασύμβατη με τα κρατικά μονοπώλια από την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Για αυτό τον λόγο οι ιθύνοντες του Οργανισμού, κάνοντας μια ντρίμπλα που θα ζήλευε και ο Πελέ, στο παρελθόν προχώρησαν στη σύναψη χορηγικών συμβάσεων 12μηνης διάρκειας με εφημερίδες, κανάλια και ειδησεογραφικά είτε, ώστε να κατακλύσουν την αγορά με διαφημίσεις των προϊόντων του Οργανισμού, επιχειρώντας να ακυρώσουν στην ουσία την κυβερνητική απόφαση, κατόπιν κοινοτικών οδηγιών, για τη μερική απελευθέρωση του τζόγου και την είσοδο στην ελληνική αγορά και άλλων εταιριών τυχερών παιχνιδιών.
Vodafone: Ο «μεγάλος αδερφός» της πολιτικής ζωής
Μια αμφισβητούμενη αυτοκτονία, μια αποκάλυψη που τάραξε συθέμελα ένα ολόκληρο πολιτικό σύστημα και συμπαρέσυρε τον τότε πρωθυπουργό, πράκτορες, υποκλοπές και ψυχροπολεμικά σκηνικά που παραπέμπουν περιοσότερο σε κατασκοπευτική ταινία του Χόλυγουντ, παρά στη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα, συνθέτουν το μωσαϊκό του σκανδάλου των υποκλοπών, που «έσκασε» στις αρχές του 2006 και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα των τελευταίων δεκαετιών στην Ελλάδα. Ο θάνατος Τσαλικίδη, προϊσταμένου του Τμήματος Σχεδιασμού Δικτύου της εταιρίας vodafone, που βρέθηκε απαγχονισμένος στο διαμέρισμα του (στις 9 Μαρτίου 2005), μία ημέρα πριν την καταγγελία του περιστατικού στο πρωθυπουργικό γραφείο από τον διευθύνοντα σύμβουλο Γ. Κορωνιά, δεν έγινε ποτέ αποδεκτός ως εγκληματική ενέργεια, παρά μόνο ως αυτοκτονία, και δεν συνδέθηκε ποτέ με το οκάνδαλο των υποκλοπών. Η αρμόδια Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, παρά τη σωρεία στοιχείων που φωτογράφιζαν αμερικανικό δάκτυλο, στις 22 Νοεμβρίου 2006 έδωσε στη δημοσιότητα το πόρισμα για τις τηλεφωνικές υποκλοπές, στο οποίο αναφέρεται ότι οι υποκλοπές έγιναν μέσω των ψηφιακών κέντρων της vodafone, ενώ δεν απέκλειε πιθανή συνυπευθυνότητα της Εricson. Αποτέλεσμα ήταν, στα μέσα Δεκεμβρίου, η Αρχή Διασφάλισης Απορρήτων Επικοινωνιών να επιβάλλει βαρύ πρόστιμο στη vodafone-, συνολικού ύψους 76 εκατομμυρίων ευρώ, επιρρίπτοντας της ευθύνες και αποδίδοντας της κατηγορίες, τόσο για το παράνομο λογισμικό που βρέθηκε στο δίκτυο της όσο και για άλλες ενέργειες στις οποίες προέβη μόλις εντόπισε το πρόβλημα.
Η εταιρία απέρριψε εξολοκλήρου το σκεπτικό της Αρχής και θεώρησε τις επιβληθείσες κυρώσεις ως παράνομες, άδικες και παντελώς αναιτιολόγητες. Μετά το σκάνδαλο των υποκλοπών, η vodafone είχε πληγεί ανεπανόρθωτα, με το εταιρικό προφίλ της να έχει καταβαραθρωθεί. Πληροφορίες αναφέρουν ότι η διοίκηση που ακολούθησε μετά την εποχή Κορωνιά βρήκε μια μεγάλη «μαύρη τρύπα» στην εταιρία, που δικαιολογήθηκε ως ειδικό κονδύλι για την αντιμετώπιση της κρίσης την περίοδο που ξέσπασε το σκάνδαλο των υποκλοπών. Εξαιτίας του μεγέθους του σκανδάλου, αλλά και της εθνικής σημασίας που αυτό ενείχε, δεν γινόταν να μην κερδίσει δεκάδες πρωτοσέλιδα και εκτενή ρεπορτάζ στα κεντρικά δελτία ειδήσεων.Εντύπωση ωστόσο προκάλεσε το γεγονός ότι, πέρα του ίδιου του σκανδάλου, ο θάνατος του Κώστα Τσαλικίδη ποτέ δεν έλαβε ιδιαίτερη αναφορά από τα ΜΜΕ και ουδέποτε εξετάστηκε ενδελεχώς το ενδεχόμενο να επρόκειτο για δολοφονία και όχι αυτοκτονία, όπως συνεχίζει να υποστηρίζει η οικογένεια του θανόντος. Επίπλεον εμφανίστηκαν ελάχιστα ρεπορτάζ που να αφορούσαν σε ενδεχόμενη ποινική ευθύνη τόσο της εταιρίας όσο και του διευθύνοντος συμβούλου για την επίμαχη υπόθεση. Ενώ ήταν μια υπόθεση που η εταιρία έφερε ευθύνες, προσπάθησε να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι πρόκειται για ένα εθνικό σκάνδαλο. Η vodafone συνεχίζει μέχρι σήμερα να είναι ένας των μεγάλων χορηγών διαφήμισεων σε εφημερίδες, περιοδικά, site και προπαντός στην τηλεόραση.
Η Όλγα δεν τρέμει τα όπλα
Του Γιάννη Χ. Ριζόπουλου
Μπορούν οι δημοσιογράφοι να συμμετέχουν σε εταιρίες προώθησης οπλικών συστημάτων; Μπορούν να διοργανώνουν εκδηλώσεις οι οποίες θα εξωραίζουν κανόνια, αεροπλάνα, πυραύλους και θα ευνοούν την πώλησή τους; Είναι προφανές πως ο καθένας μπορεί να διαθέσει τον εαυτό του όπως θέλει, αρκεί να ξεκαθαρίσει στο κοινό του ότι, εκτός από ειδήσεις, «πουλάει» και άλλα πράγματα, ώστε να μπορεί να τον κρίνει. Αν η πρώτη κυρία των δελτίων ειδήσεων υπογράφει μέσω εταιριών της συμβόλαια με εταιρίες όπλων, τότε ίσως ο ελάχιστα αμειβόμενος δημοσιογράφος να νομιμοποιείται να μεγαλώσει το εισόδπημά του κάνοντας ληστείες.
«Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας. Η Ελλάδα θα προχωρήσει στην αγορά υπερσύγχρονων μαχητικών αεροσκαφών τέταρτης γενιάς. Η ιστορική αυτή απόφαση θα θωρακίσει την άμυνα της». Αυτή είναι μια υποθετική είδηση, που εκφωνεί ένας παρουσιαστής στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του καναλιού όπου εργάζεται. Μία ώρα πριν, στο φαξ του γραφείου του δημοσιογράφου έχει φτάσει μια καταγγελία, η οποία περιγράφει με στοιχεία πως η νέα προμήθεια αεροσκαφών που ετοιμάζεται να κάνει η Ελλάδα είναι σκανδαλώδης. Τα νέα αεροσκάφη έχουν κριθεί ακατάλληλα για τον ελληνικό εναέριο χώρο. Ο ρόλος του δημο-σιογράφου προφανώς και είναι να ελέγξει την καταγγελία και να μεταδώσει τα αποτελέσματα της έρευνας. Θα το κάνει αν στο υποθετικό σενάριο η εταιρία που καταγγέλλεται είναι ταυτόχρονα και χρηματοδότης σε άλλες δραστηριότητες του;
Πρόκειται σίγουρα για ένα ηθικό δίλημμα, το οποίο το δημοσιογραφικό επάγγελμα διεθνώς δεν προσπαθεί να λύσει, αφήνοντας το στη συνείδηση του καθενός. Θεσμοθετεί όμως κανόνες δεοντολογίας. Σύμφωνα με το άρθρο 5 του κώδικα δεοντολογίας της ελληνικής ΕΣΗΕΑ: «Η διαφάνεια στις οικονομικές σχέσεις αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της αξιοπιστίας, του κύρους και της επαγγελματικής αξιοπρέπειας του δημοσιογράφου, ο οποίος οφείλει: Να μην επιδιώκει και να μη δέχεται αργομισθία ή έπ” αμοιβή θέση συναφή με την ειδικότητα του σε Γραφεία Τύπου, δημόσιες υπηρεσίες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις, που θέτει εν αμφιβάλω την επαγγελματική αυτονομία και ανεξαρτησία του. Να μην επιδιώκει και να μη δέχεται οποιεσδήποτε παροχές σε χρήμα και είδος, που θίγουν την αξιοπιστία και την αξιοπρέπεια του και επηρεάζουν την ανεξαρτησία και την αμεροληψία του».
Ας αφήσουμε όμως τα σενάρια και ας πάμε σε πραγματικά γεγονότα.
Τα κακά EUROFICHTER και η καλή επικοινωνία
Το 1996, οι επιτελείς του υπουργείου Εθνικής Άμυνας αποφάσισαν πως η Ελλάδα έπρεπε να προμηθευτεί 6ο πολεμικά αεροσκάφη τέταρτης γενιάς. Ανάμεσα στα υποψήφια ήταν τα αμερικανικά F ι6 και τα ΕUROFIGHTER, το δημιούργημα μιας κοινοπραξίας των πολεμικών βιομηχανιών Γερμανίας, Βρετανίας, Ιταλίας, Ισπανίας. Τον Απρίλιο του 1999, το ΚΥΣΕΑ αποφάσισε να προμηθευτεί το ευρωπαϊκό μαχητικό. Τα περιοδικά Άμυνας όμως ήταν γεμάτα με κακές κριτικές για το Εurofighter. Οι ίδιες οι επιτροπές του γερμανικού Κοινοβουλίου είχαν ενημερώσει τις γερμανικές αρχές πως το αεροσκάφος της Κοινοπραξίας έχει σοβαρά προβλήματα πτήσης. Έως και το 2003 τα Εurofighter είχαν περάσει με επιτυχία μόλις τα 47 από τα 780 τεστ αποδοχής. Όπως σημειώνει η επίσημη γερμανική έκθεση, είχαν προβλήματα ευελιξίας, αντοχών κινητήρα, μέγιστου επιτρεπόμενου ύψους πτήσης, συστήματος πολλαπλών εκτοξεύσεων ρουκετών, ραντάρ, και άλλα. Το σημαντικότερο ήταν πως τα Εurofighter μπορούσαν να πετάξουν μόνο αν υπήρχε αεροδρόμιο σε απόσταση 20 λεπτών πτήσης.
Η ακαταλληλότητα των αεροσκαφών δημιούργησε έναν υπόγειο πόλεμο των εταιριών και βέβαια έναν επικοινωνιακό πόλεμο δημοσιευμάτων. Η κατασκευάστρια εταιρία EADS αποφάσισε πως έπρεπε να ενισχυθεί η επικοινωνιακή πολιτική της εταιρίας στην Ελλάδα. Στο τιμόνι της εκπροσώπησης της βιομηχανίας όπλων στην Ελλάδα, της EADS Hellas, ήταν ο Γιώργος Πατεράκης, ο οποίος τα επόμενα χρόνια απασχόλησε τα Μέσα για τη στενή του φιλία με τον Θόδωρο Ρουσόπουλο.
Τον Σεπτέμβριο του 1999, η εταιρία Quatto Management Στρατηγική Επικοινωνίας ΑΕ υπογράφει με την εταιρία του Γιώργου Πατεράκη σύμβαση για την προώθηση και την επικοινωνία της EADS AE, δηλαδή των πολεμικών αεροσκαφών Εurofighters
«Η τελευταία λέξη» της” ΟλγαςΤρέμη
Ποια είναι όμως η Quatto Management ; Μερικές μέρες μετά την απόφαση αγοράς των «βαλόμενων» Εurofighter, η εταιρία UNIFINANCE CONSULTNC μετονομάζεται σε Quattro. Αντικείμενο της, σύμφωνα με το καταστατικό της, είναι: «Η προώθηση, οργάνωση και πραγματοποίηση δημοσίων σχέσεων, εκδηλώσεων, εκθέσεων, συνεδρίων, σεμιναρίων και κάθε είδους παρεμφερείς δραστηριότητες. Η παροχή υπηρεσιών αναφορικά με τη σχέση πελατών με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και η εκπροσώπηση των πελατών στα ΜΜΕ. Ο στρατηγικός σχεδιασμός επικοινωνίας τρίτων. Η ανάληψη, ο σχεδιασμός και η εκτέλεση επικοινωνιακών προγραμμάτων. Οι εργασίες διεύθυνσης έργου ολοκληρωμένων προγραμμάτων επικοινωνίας».
Στις 2ο Αυγούστου 1999, στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης ανακοινώνεται το ΔΣ της εταιρίας. Πρόεδρος είναι ο Γεώργιος Χαραλαμπόπουλος, γιος του πρώην υπουργού Άμυνας και Εξωτερικών, και από το 2009 βουλευτής και μέλος της επιτροπής Άμυνας της Βουλής. Αντιπρόεδρος της Quattro είναι η δημοσιογράφος Όλγα Τρέμη. Η εταιρία αναλαμβάνει την προώθηση των στόχων της πολεμικής βιομηχανίας EADS, δηλαδή των Εurofighter, στην Ελλάδα. Όπως παραδέχεται ο Γιώργος Χαραλαμπόπουλος: «Η Quattro Management: είχε υπογράψει με την EADS του κυρίου Γιώργου Πατεράκη σύμβαση, τον Σεπτέμβριο του 1999, για ένα χρόνο. Το αντικείμενο της σύμβασης ήταν η προώθηση των θέσεων της ΕΑDS στα ελληνικά ΜΜΕ. Μεταξύ του αντικειμένου της σύμβασης ήταν και η προβολή του Eurofighter στη Γιορτή της Πολεμικής Αεροπορίας στην Τανάγρα, όπου πραγματοποιήθηκε και Αirshow με Εurofighter που ήρθε στην Ελλάδα για τον σκοπό αυτό.
Τον Απρίλιο του 2001, η κυβέρνηση Σημίτη αποφάσισε να επανεξεταστεί το θέμα μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Και το 2005 η κυβέρνηση Καραμανλή προχώρησε στην αγορά των F-ι6».
Η άφιξη του πρώτου Εurofighter με διακριτικά DA-5 Εuropean Aeronautic Defence & Space Company είχε αντιμετωπιστεί με διθυράμβους από πολλά Μέσα Ενημέρωσης. Στα πλαίσια της επικοινωνιακής πολιτικής, αρκετές μεγάλες εφημερίδες όπως και περιοδικά είχαν φιλοξενήσει συνεντεύξεις του Γιώργου Πατεράκη, που μιλούσε για το ευρωπαϊκό θαύμα στην πολεμική βιομηχανία. Ελάχιστες εφημερίδες (ΕΘΝΟΣ) είχαν κάνει δημοσιεύματα με τα τρωτά του νέου αεροσκάφους.
Η Όλγα Τρέμη την εποχή εκείνη παρουσίαζε στον ΑΝΤ1 την τηλεοπτική εκπομπή «Η τελευταία λέξη». Ήταν μια πολύ γνωστή δημοσιογράφος, η οποία μόλις είχε αποχωρήσει από τον Flash, τον μεγαλύτερο ραδιοσταθμό της χώρας, όπου παρουσίαζε το κεντρικό μαγκαζίνο.
Οικογενειακή υπόθεση το επιχειρείν
Η προώθηση του Εurofighter έγινε μια οικογενειακή υπόθεση, αφού μέτοχος της εταιρίας Quattro, που την ανέλαβε, ήταν και ο Θόδωρος Καλούδης, δημοσιογράφος και παλιός διευθυντής εφημερίδων. Ο Καλούδης ήταν αυτός που παρουσίασε τα νέα αεροσκάφη σε μια μεγάλη εκδήλωση στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία, όπου κλήθηκε κυρίως ο δημοσιογραφικός κόσμος.
Το 2003 ήταν δεδομένο πως τα Εurofighter δεν θα είχαν καμιά τύχη στην Ελλάδα. Ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΑDS στην Ελλάδα, Γιώργος Πατεράκης, εγκατέλειψε την εταιρία για να καταφύγει λίγο αργότερα στην άλλη γερμανική εταιρία που ενεπλάκη με το σκάνδαλο των υποβρυχίων, την Τhyssen Grupp HDW.
Την ίδια εποχή που το όραμα της προμήθειας των Εurofighter ξεφτίζει, κλείνει και η εταιρία Quattro που ανέλαβε την προώθηση τους. Αναζητήσαμε την Όλγα Τρέμη για να μας δώσει τη δική της άποψη σχετικά με τη συμμετοχή της σε εταιρία που προωθούσε τους στόχους μιας εταιρίας όπλων. Η κυρία Τρέμη απέφυγε αρκετές φορές στα τηλεφωνήματα μας να μας δώσει απαντήσεις, ζητώντας κάθε φορά να την καλέσουμε αργότερα. Τελικά, λίγο πριν το Ηot Doc φύγει για το τυπογραφείο, ο δικηγόρος Θόδωρος Μαντάς, ως πληρεξούσιος της Όλγας Τρέμη, μας τηλεφώνησε για να μας πει ότι: «Η κυρία Τρέμη δεν κρύβεται. Απλώς είχε μια περιορισμένη συμμετοχή στην έναρξη λειτουργίας της συγκεκριμένης εταιρίας. Η εταιρία είναι ΕΠΕ και συστήθηκε για να παρέχει υπηρεσίες δημοσίων σχέσεων σε φυσικά πρόσωπα και εταιρίες, στην οποία δεν ήταν καν διαχειρίστρια η κ. Τρέμη. Μετά από διάστημα ολίγων μηνών, ατόνησε η συμμετοχή της στην εταιρία, αφού διαπίστωσε ότι δεν παρουσιάζει κάποιο επαγγελματικό ενδιαφέρον και προοπτική».
Η αλήθεια βέβαια είναι πως επρόκειτο για μια Ανώνυμη Εταιρία, και όχι ΕΠΕ, στην οποία η κυρία Τρέμη ήταν μάλιστα αντιπρόεδρος την εποχή που υπογράφηκε σύμβαση δεκάδων εκατομμυρίων με την πολεμική βιομηχανία για την προβολή και προώθηση της. Είναι επίσης προφανές πως η κυρία Τρέμη δεν έκανε αμισθί δημόσιες σχέσεις για «Το χαμόγελο του Παιδιού», αλλά για πολεμικά συστήματα, επιχειρώντας να αναπληρώσει επικοινωνιακά τα τεχνολογικά τους μειονεκτήματα. Όλα αυτά είναι ξεκάθαρα και αποτελούν πραγματικά γεγονότα. Αυτό που δεν είναι ξεκάθαρο και πρέπει να το απαντήσει η Όλγα Τρέμη είναι αν αυτή η δραστηριότητα της μπορεί να συμβαδίζει με δημοσιογραφική της ιδιότητα. Αν δηλαδή ήταν η παρουσιάστρια στο υποθετικό παράδειγμα στην αρχή του ρεπορτάζ, θα προτιμούσε την αλήθεια ή τη σύμβαση; Όχι τη σύμβαση ως αντίληψη συγκάλυψης, αλλά ως οικονομική δραστηριότητα και απολαβή. Γιατί γι” αυτό μιλάμε, και όχι για δέκα σελίδες υπογραμμένων χαρτιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου