----------------------------------------------
Η ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΑΜΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ”
Διανύουμε την πιο στείρα από άποψη πολιτικού προβληματισμού εκλογική περίοδο από την μεταπολίτευση και μετά. Τα υπερεθνικά διευθυντήρια σκηνοθετούν μια παράσταση επίφασης δημοκρατικότητας που έχει τόση σχέση με τα πραγματικά πολιτικά, κοινωνικά ή περιβαλλοντικά ζητήματα όσο σχέση είχε η Eurovision με την τέχνη της στιχουργικής. Η απαξίωση των αντιπροσωπευτικών θεσμών μέσα από την αναγωγή του θεάματος της αντιπαράθεσης (σκάνδαλα, προεκλογικά σπότς, απρέπειες και λάσπες) σε ουσία. Οι προβολείς δεν ανάβουν για να φωτίσουν αλλά για να κατασκευάσουν τις σκιές μέσα στις οποίες αποκρύπτονται με επιμέλεια η ένδεια οραμάτων και πολιτικών, η αμηχανία των ελίτ, τα αδιέξοδα του δυτικού πολιτισμικού υποδείγματος, η πληκτική ομοιότητα της συστράτευσης κάτω από φθαρμένες σημαίες επαγγελίας για αέναη ευημερία. Κι αν όλα αυτά ισχύουν σε επίπεδο Ε.Ε. η ελληνική ιδιοπροσωπία δίνει ένα παροξυσμικό τόνο, τα παπαγαλάκια έχουν γεμίσει το στερέωμα.Εξέχουσα θέση στο χολυγουντιανής έμπνευσης σκηνικό καταλαμβάνει και η “νέα” εκλογική απόπειρα των “οικολόγων πράσινων”. Πρόκειται για ένα αμοιβαία επωφελές συναπάντημα της “συστημικής” οικολογίας με τους συστηματικούς διαχειριστές της οικολογικής ευαισθησίας. Το πρόταγμα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού προχωράει εδώ και καιρό σε ένα πράσινο λίφτινγκ. Το εμπόρευμα ανακαλύπτει νέες αγορές, ο κύριος Σόρος μεταβάλλεται σε κήρυκα αυτών των επενδυτικών ευκαιριών, ο κύριος Γκόρ αφού κατέβηκε από το Στέλθ που έσπερνε το απεμπλουτισμένο ουράνιο στην Σερβία, άρχισε να μοιράζει flyers για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η διακυβέρνηση Ομπάμα είναι μια μόνο έκφραση αυτής νέας επικοινωνιακής εποχής, είναι μια διαπίστωση ότι πράσινο είναι και το χρώμα του δολαρίου. Οι ημεδαποί αντιπρόσωποι δεν μπορούσαν να υστερήσουν. Οι πράσινες εκπομπές αυξάνονται με προεξάρχον το συγκρότημα του κυρίου Alexis.Μια ματιά στο τοπίο των ευρωεκλογών μπορεί να είναι διαφωτιστική: αν αθροίσει κάποιος τα δημοσκοπικά ποσοστά των κομμάτων που φέρουν την οικολογία στον τίτλο με αυτά των κομμάτων που προγραμματικά επικαλούνται το οικολογικό ζήτημα ή την “πράσινη ανάπτυξη”, θα διαπιστώσει ότι ήδη ζούμε σε μια οικολογική χώρα, καθώς η πλειοψηφία του κόσμου της πολιτικής εκπροσώπησης πίνει νερό (όχι βέβαια από τον Ασωπό) στο όνομα της οικολογίας.Το πώς ταυτόχρονα το περιβάλλον στην χώρα μας βρίσκεται στην κατάσταση που βλέπουμε όλοι, ή το πώς με τέτοια δημοφιλία της οικολογίας οι κινητοποιήσεις των πολιτών για τα αντίστοιχα θέματα είναι τόσο αναιμικές, αποτελεί ένα “μυστήριο” προς ερμηνεία. Αυτή η “οικολογία” χαρακτηρίζεται από τις καθόλου οικολογικές αρχές της καθήλωσης μπροστά σε μια οθόνη που περιγράφει τον τρόμο του αύριο παραλείποντας αυτά που είναι να γίνουν σήμερα, εκτός βέβαια από την εμπορευματική οικολογία, την πράσινη κατανάλωση. Η μεγάλη εικόνα των πάγων που λιώνουν κατακερματίζεται σε ψηφίδες: ένα πάζλ ατομικών συμπεριφορών αγοράς λαμπτήρων οικονομίας ή βιολογικών τροφίμων. Η υπαρκτή ατομική ευθύνη του πολίτη υπερτονίζεται, όχι για θέσει σε αμφισβήτηση το φετίχ του ευδαιμονισμού που τον διακρίνει αλλά για να επισκιάσει την μείζονα ευθύνη αυτών που εγκαθίδρυσαν και προάγουν το φετίχ αυτό. Αυτό είναι το πεδίο της νέας “συμμαχίας των προθύμων”. Ας δούμε και τους πρόθυμους της συμμαχίας: Στα ευρωπαϊκά σαλόνια που λανσάρουν το trendy κάποιες δεκαετίες πριν την Ψωροκώσταινα υπήρξαν αθρόες συμμετοχές, όχι μόνο από τον χώρο των “νέων φιλοσόφων” αλλά και από το πάλαι ποτέ ανατρεπτικό οικολογικό κίνημα. Οι “ρεάλος” συνειδητοποίησαν ότι το έσχατο στάδιο του ρεαλισμού είναι η μέθεξη στην εξουσία ως παραπλήρωμα, της σοσιαλδημοκρατίας αρχικά και στην συνέχεια των πραγματικών επικυρίαρχων, των αδιαφανών λόμπυ, επιτροπών συμβούλων, think tanks, λεσχών, MKO και άλλα πολλά καινοτόμα. Το τζάκετ του ακτιβιστή αντικαταστάθηκε από την συλλογή γραβατών του κυρίου Φίσερ με αντάλλαγμα την συστράτευση σε μια σειρά θέματα, ατλαντικού κατά κανόνα ενδιαφέροντος όπως η “ανθρωπιστική επιχείρηση” στην πρώην Γιουγκοσλαβία, τα κροκοδείλια δάκρυα πάνω από τα ερείπια των δίδυμων πύργων και την “οργή” της αμερικάνικης αντίδρασης, τον εξοστρακισμό της Ρωσίας, την αποενοχοποίηση του Σιωνισμού για την Τζενίν ή την Γάζα, την αποδήμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της διεύρυνσης της. Στην ημεδαπή οι πρόθυμοι βρέθηκαν ανάμεσα σε εκείνους που αφού πέρασαν την παιδική ασθένεια του ριζοσπαστισμού, αφού θήτευσαν με ευδόκιμο τρόπο στα τενάγη των “μη κερδοσκοπικών” ΜΚΟ, αφού βρέθηκαν στους προθαλάμους της εξουσίας μέσα από μια σειρά “σύμφωνα ελεύθερης συμβίωσης” με τον ΣΥΝ (που ακολουθήθηκαν από ισάριθμα συναινετικά ή κατ’ αντιδικία διαζύγια), αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα που μια ζωή περίμεναν. Βοήθησε σ’ αυτό και η έξωθεν βοήθεια, βοήθεια όχι μόνο επικοινωνιακή και οικονομική αλλά πάνω απ’ όλα οργανωτική (ας μην ξεχνάμε ότι η οργάνωση του νεοελληνικού κράτους αποτέλεσε ευγενική χορηγία των Βαυαρών). Για το timing υπήρξαν οξυδερκείς: Το πολιτικο-δημοσιογραφικό συγκρότημα εξουσίας χρειαζόταν επειγόντως ένα “σχέδιο Β΄” καθώς η επιλογή του Συνασπισμού κατέστη επισφαλής, τόσο από την αλαζονεία του να θεωρεί ότι αποτελεί αυτόφωτο σώμα στο πολιτικό στερέωμα και να δαγκώνει το χέρι που τον τάισε, όσο και από την στάση του τον Δεκέμβρη, που εξόργισε όχι μόνο την κοινωνική του βάση αλλά και τον κύριο Πρετεντέρη. Εξ άλλου οι διάδοχοι της δυναστείας των Βαυαρών θεωρούσαν πάντα ότι μπορούν να κάνουν και τον κηπουρό τους πρωθυπουργό αν ήθελαν.
Οι “οικολόγοι πράσινοι” αποδείχτηκαν οξυδερκείς και σε μια σειρά άλλα ζητήματα: Κατ’ αρχήν, από πολύ νωρίς ξεκαθάρισαν ότι είναι ανοιχτοί σε οποιαδήποτε πολιτική συνεργασία, βάζοντας την πινακίδα “δίδεται για αντιπαροχή” σε ένα οικόπεδο που δεν κατείχαν καν. Σε ένα σκηνικό όπου οι κυβερνητικές αυτοδυναμίες παίζονται στο νήμα μετέβαλλαν εαυτόν σε ποθητές νύφες αυξάνοντας γεωμετρικά την αναφορά στο σχήμα τους. Το δεύτερο ήταν η συστηματική και σκόπιμα αποσιώπηση των πολιτικών τους θέσεων με το αδιάσειστο επιχείρημα ότι αυτά που θέτουν στην κρίση των ψηφοφόρων είναι οι γενικολογίες που περιλαμβάνει το “πρόγραμμα” τους, κι αυτό για όσους κάνουν τον κόπο να το αναζητήσουν στο διαδίκτυο. Το επιχείρημα βέβαια θα πάψει να ισχύει αν η απόπειρα ευοδωθεί και κληθούν να πάρουν θέση στην ευρωβουλή για τα πολιτικά ζητήματα τα οποία τώρα κάνουν πως αντιπαρέρχονται, των ζητημάτων εθνικού ενδιαφέροντος συμπεριλαμβανόμενων. Τότε βέβαια το πρόταγμα θα είναι η προσωπική τους άποψη και όχι κάποια δέσμευση απέναντι σε όσους τους ψηφίσουν. Το τρίτο είναι ότι διάβασαν ορθά και έγκαιρα τις μετακινήσεις στις καταγραφές των δημοσκοπήσεων και διαπίστωσαν ότι έχουν εισροές μέχρι και από έναν μεγάλο αριθμό συντηρητικών ψηφοφόρων, που θεωρούν ότι μια ψήφος στους “οικολόγους πράσινους” δεν είναι παρά μια διαμαρτυρία, μια άρνηση του υπάρχοντος σκηνικού. Επιχειρώντας μια προβλητική ταύτιση στο επικοινωνιακό επίπεδο, προσαρμόζουν την δημόσια εικόνα τους στην εικόνα των πιθανών ψηφοφόρων, περιορίζοντας τον λόγο τους όχι στην προβολή κάποιων μίνιμουμ έστω θέσεων που θα μπορούσαν ενδεχομένως να αλλοιώσουν την εικόνα “αυτών που όλοι πρέπει να αγαπήσουν”, αλλά υποσχόμενοι όπως οι άλλοι συνάδελφοι τους με πείρα ό,τι μπορεί να ακούγεται ωραίο σε όλους, όπως θέσεις εργασίας (πράσινες παρακαλώ). Η κοινωνία μας μπορεί να περάσει ανώδυνα, χωρίς ανατροπές στον τρόπο που καταναλώνουμε τον πλανήτη, τους άλλους ή τον εαυτό μας, διατηρώντας την ευημερία μας μετρούμενη σε κατά κεφαλή ιπποδύναμη ΙΧ, κινητών τηλεφώνων ή ινστιτούτων αδυνατίσματος, σε έναν πράσινο παράδεισο όπου οι πάγοι δεν θα λιώνουν και τα πουλάκια θα κελαηδούν στις ανθισμένες κερασιές. Το ότι η ευημερία αυτής της παρασιτικής χώρας αποτελεί αποδοχή προϊόντος του διαρκούς εγκλήματος που συντελείται ενάντια στον πλανήτη και σε μεγάλο αριθμό του πληθυσμού του αποτελεί μια ενοχλητική και άρα όχι χρήσιμη αλήθεια. Το ότι η υποτιθέμενη “πράσινη διέξοδος” περιορίζεται γεωγραφικά και πολιτισμικά σε ένα κλάσμα της ανθρωπότητας δεν φαίνεται να αποτελεί πρόβλημα, καθώς το σύνθημα “σκέψου τοπικά δράσε συνολικά” μπορεί να αλλοιώνεται κατά το δοκούν ερμηνεύοντας κατά περίπτωση τους όρους τοπικό και συνολικό. Το ότι αυτή η υλική ευημερία έχει ένα αντάλλαγμα, την υπακοή σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο στις επιταγές των διαχειριστών της πιστοληπτικής μας ικανότητας και το τι σημαίνει αυτή η αφωνία για την ανθρώπινη υπόσταση και ταυτότητα δεν συζητείται, καθώς όλα αυτά αποτελούν μεταφυσικές κατηγορίες στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο. Το ότι τα όρια των αλλαγών καθορίζονται από τους ίδιους τους κλειδοκράτορες, τις κοινωνικές ελίτ ξεπερνιέται με την απόπειρα εισόδου στα σαλόνια των ελίτ όπως μας διδάσκει η παγκόσμια αλλά και η εγχώρια ιστορία με κορυφαίο παράδειγμα την μεταπολιτευτική γενιά.
Ιδού λοιπόν το προφίλ του οικολόγου που προτείνεται: Ενημερώνεται από τον ΣΚΑΪ, ψωνίζει οικολογικά προϊόντα, αγοράζει κανένα κουπόνι για τα παιδιά του Νταρφούρ, ψηφίζει “οικολόγους πράσινους”. Κι αν ψάχνετε την σχέση της περιγραφής αυτής με την ενεργοποίηση των ανθρώπων σε οικολογικές διεκδικήσεις, σας πληροφορώ με λύπη ότι είναι μια σχέση ανταγωνιστική. Το θέαμα της οικολογίας προϋποθέτει και κατασκευάζει τον θεατή, την κουλτούρα του καναπέ, της εκπροσώπησης, της ετερονομίας. Δεν αποτελεί παράλειψη των “οικολόγων πράσινων” ένα εκλογικό εγχείρημα που δεν αναφέρεται, δεν επιχειρεί να αναδείξει και πολύ περισσότερο να πολλαπλασιάσει όσες εν πάση περιπτώσει ζωντανές αντιστάσεις υπάρχουν.Αντίθετα οι άνθρωποι έχουν κατανοήσει το μάθημα που πήραν στους Οικολόγους Εναλλακτικούς, ότι μια προσέγγιση μέσα από λογικές ανάπτυξης κινήματος δεν τους δίνει τον ζωτικό χώρο για να στήσουν τέτοιου είδους μαγαζιά, ότι οι συλλογικές διαδικασίες είναι ενίοτε απαγορευτικές. Γι’ αυτό εξ’ άλλου έκαναν ότι μπορούσαν για να καταλύσουν το εγχείρημα εκείνο. Τώρα θεωρούν ότι μπορούν να παίξουν μόνοι τους. Μπορεί και να πετύχουν τον στόχο τους ως την επόμενη μέρα, τότε που θα χρειαστεί να πάρουν πολιτικές θέσεις αναδεικνύοντας την γύμνια του βασιλιά. Τότε θα είναι ίσως η κατάλληλη ώρα να μιλήσουμε για πολιτική οικολογία. Μια πρόταση, για να παραφράσουμε τον Μαρξ, που δεν θέλει απλά να στολίσει την αλυσίδα με ψεύτικα λουλούδια, ούτε καν να τινάξει από την αλυσίδα τα ψεύτικα λουλούδια που κουβαλά ο άνθρωπος την αλυσίδα δίχως αυταπάτες, αλλά να σπάσει την αλυσίδα για να μυρίσει ο άνθρωπος το ζωντανό λουλούδι.
Θανάσης Τζιούμπας
Διανύουμε την πιο στείρα από άποψη πολιτικού προβληματισμού εκλογική περίοδο από την μεταπολίτευση και μετά. Τα υπερεθνικά διευθυντήρια σκηνοθετούν μια παράσταση επίφασης δημοκρατικότητας που έχει τόση σχέση με τα πραγματικά πολιτικά, κοινωνικά ή περιβαλλοντικά ζητήματα όσο σχέση είχε η Eurovision με την τέχνη της στιχουργικής. Η απαξίωση των αντιπροσωπευτικών θεσμών μέσα από την αναγωγή του θεάματος της αντιπαράθεσης (σκάνδαλα, προεκλογικά σπότς, απρέπειες και λάσπες) σε ουσία. Οι προβολείς δεν ανάβουν για να φωτίσουν αλλά για να κατασκευάσουν τις σκιές μέσα στις οποίες αποκρύπτονται με επιμέλεια η ένδεια οραμάτων και πολιτικών, η αμηχανία των ελίτ, τα αδιέξοδα του δυτικού πολιτισμικού υποδείγματος, η πληκτική ομοιότητα της συστράτευσης κάτω από φθαρμένες σημαίες επαγγελίας για αέναη ευημερία. Κι αν όλα αυτά ισχύουν σε επίπεδο Ε.Ε. η ελληνική ιδιοπροσωπία δίνει ένα παροξυσμικό τόνο, τα παπαγαλάκια έχουν γεμίσει το στερέωμα.Εξέχουσα θέση στο χολυγουντιανής έμπνευσης σκηνικό καταλαμβάνει και η “νέα” εκλογική απόπειρα των “οικολόγων πράσινων”. Πρόκειται για ένα αμοιβαία επωφελές συναπάντημα της “συστημικής” οικολογίας με τους συστηματικούς διαχειριστές της οικολογικής ευαισθησίας. Το πρόταγμα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού προχωράει εδώ και καιρό σε ένα πράσινο λίφτινγκ. Το εμπόρευμα ανακαλύπτει νέες αγορές, ο κύριος Σόρος μεταβάλλεται σε κήρυκα αυτών των επενδυτικών ευκαιριών, ο κύριος Γκόρ αφού κατέβηκε από το Στέλθ που έσπερνε το απεμπλουτισμένο ουράνιο στην Σερβία, άρχισε να μοιράζει flyers για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η διακυβέρνηση Ομπάμα είναι μια μόνο έκφραση αυτής νέας επικοινωνιακής εποχής, είναι μια διαπίστωση ότι πράσινο είναι και το χρώμα του δολαρίου. Οι ημεδαποί αντιπρόσωποι δεν μπορούσαν να υστερήσουν. Οι πράσινες εκπομπές αυξάνονται με προεξάρχον το συγκρότημα του κυρίου Alexis.Μια ματιά στο τοπίο των ευρωεκλογών μπορεί να είναι διαφωτιστική: αν αθροίσει κάποιος τα δημοσκοπικά ποσοστά των κομμάτων που φέρουν την οικολογία στον τίτλο με αυτά των κομμάτων που προγραμματικά επικαλούνται το οικολογικό ζήτημα ή την “πράσινη ανάπτυξη”, θα διαπιστώσει ότι ήδη ζούμε σε μια οικολογική χώρα, καθώς η πλειοψηφία του κόσμου της πολιτικής εκπροσώπησης πίνει νερό (όχι βέβαια από τον Ασωπό) στο όνομα της οικολογίας.Το πώς ταυτόχρονα το περιβάλλον στην χώρα μας βρίσκεται στην κατάσταση που βλέπουμε όλοι, ή το πώς με τέτοια δημοφιλία της οικολογίας οι κινητοποιήσεις των πολιτών για τα αντίστοιχα θέματα είναι τόσο αναιμικές, αποτελεί ένα “μυστήριο” προς ερμηνεία. Αυτή η “οικολογία” χαρακτηρίζεται από τις καθόλου οικολογικές αρχές της καθήλωσης μπροστά σε μια οθόνη που περιγράφει τον τρόμο του αύριο παραλείποντας αυτά που είναι να γίνουν σήμερα, εκτός βέβαια από την εμπορευματική οικολογία, την πράσινη κατανάλωση. Η μεγάλη εικόνα των πάγων που λιώνουν κατακερματίζεται σε ψηφίδες: ένα πάζλ ατομικών συμπεριφορών αγοράς λαμπτήρων οικονομίας ή βιολογικών τροφίμων. Η υπαρκτή ατομική ευθύνη του πολίτη υπερτονίζεται, όχι για θέσει σε αμφισβήτηση το φετίχ του ευδαιμονισμού που τον διακρίνει αλλά για να επισκιάσει την μείζονα ευθύνη αυτών που εγκαθίδρυσαν και προάγουν το φετίχ αυτό. Αυτό είναι το πεδίο της νέας “συμμαχίας των προθύμων”. Ας δούμε και τους πρόθυμους της συμμαχίας: Στα ευρωπαϊκά σαλόνια που λανσάρουν το trendy κάποιες δεκαετίες πριν την Ψωροκώσταινα υπήρξαν αθρόες συμμετοχές, όχι μόνο από τον χώρο των “νέων φιλοσόφων” αλλά και από το πάλαι ποτέ ανατρεπτικό οικολογικό κίνημα. Οι “ρεάλος” συνειδητοποίησαν ότι το έσχατο στάδιο του ρεαλισμού είναι η μέθεξη στην εξουσία ως παραπλήρωμα, της σοσιαλδημοκρατίας αρχικά και στην συνέχεια των πραγματικών επικυρίαρχων, των αδιαφανών λόμπυ, επιτροπών συμβούλων, think tanks, λεσχών, MKO και άλλα πολλά καινοτόμα. Το τζάκετ του ακτιβιστή αντικαταστάθηκε από την συλλογή γραβατών του κυρίου Φίσερ με αντάλλαγμα την συστράτευση σε μια σειρά θέματα, ατλαντικού κατά κανόνα ενδιαφέροντος όπως η “ανθρωπιστική επιχείρηση” στην πρώην Γιουγκοσλαβία, τα κροκοδείλια δάκρυα πάνω από τα ερείπια των δίδυμων πύργων και την “οργή” της αμερικάνικης αντίδρασης, τον εξοστρακισμό της Ρωσίας, την αποενοχοποίηση του Σιωνισμού για την Τζενίν ή την Γάζα, την αποδήμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της διεύρυνσης της. Στην ημεδαπή οι πρόθυμοι βρέθηκαν ανάμεσα σε εκείνους που αφού πέρασαν την παιδική ασθένεια του ριζοσπαστισμού, αφού θήτευσαν με ευδόκιμο τρόπο στα τενάγη των “μη κερδοσκοπικών” ΜΚΟ, αφού βρέθηκαν στους προθαλάμους της εξουσίας μέσα από μια σειρά “σύμφωνα ελεύθερης συμβίωσης” με τον ΣΥΝ (που ακολουθήθηκαν από ισάριθμα συναινετικά ή κατ’ αντιδικία διαζύγια), αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα που μια ζωή περίμεναν. Βοήθησε σ’ αυτό και η έξωθεν βοήθεια, βοήθεια όχι μόνο επικοινωνιακή και οικονομική αλλά πάνω απ’ όλα οργανωτική (ας μην ξεχνάμε ότι η οργάνωση του νεοελληνικού κράτους αποτέλεσε ευγενική χορηγία των Βαυαρών). Για το timing υπήρξαν οξυδερκείς: Το πολιτικο-δημοσιογραφικό συγκρότημα εξουσίας χρειαζόταν επειγόντως ένα “σχέδιο Β΄” καθώς η επιλογή του Συνασπισμού κατέστη επισφαλής, τόσο από την αλαζονεία του να θεωρεί ότι αποτελεί αυτόφωτο σώμα στο πολιτικό στερέωμα και να δαγκώνει το χέρι που τον τάισε, όσο και από την στάση του τον Δεκέμβρη, που εξόργισε όχι μόνο την κοινωνική του βάση αλλά και τον κύριο Πρετεντέρη. Εξ άλλου οι διάδοχοι της δυναστείας των Βαυαρών θεωρούσαν πάντα ότι μπορούν να κάνουν και τον κηπουρό τους πρωθυπουργό αν ήθελαν.
Οι “οικολόγοι πράσινοι” αποδείχτηκαν οξυδερκείς και σε μια σειρά άλλα ζητήματα: Κατ’ αρχήν, από πολύ νωρίς ξεκαθάρισαν ότι είναι ανοιχτοί σε οποιαδήποτε πολιτική συνεργασία, βάζοντας την πινακίδα “δίδεται για αντιπαροχή” σε ένα οικόπεδο που δεν κατείχαν καν. Σε ένα σκηνικό όπου οι κυβερνητικές αυτοδυναμίες παίζονται στο νήμα μετέβαλλαν εαυτόν σε ποθητές νύφες αυξάνοντας γεωμετρικά την αναφορά στο σχήμα τους. Το δεύτερο ήταν η συστηματική και σκόπιμα αποσιώπηση των πολιτικών τους θέσεων με το αδιάσειστο επιχείρημα ότι αυτά που θέτουν στην κρίση των ψηφοφόρων είναι οι γενικολογίες που περιλαμβάνει το “πρόγραμμα” τους, κι αυτό για όσους κάνουν τον κόπο να το αναζητήσουν στο διαδίκτυο. Το επιχείρημα βέβαια θα πάψει να ισχύει αν η απόπειρα ευοδωθεί και κληθούν να πάρουν θέση στην ευρωβουλή για τα πολιτικά ζητήματα τα οποία τώρα κάνουν πως αντιπαρέρχονται, των ζητημάτων εθνικού ενδιαφέροντος συμπεριλαμβανόμενων. Τότε βέβαια το πρόταγμα θα είναι η προσωπική τους άποψη και όχι κάποια δέσμευση απέναντι σε όσους τους ψηφίσουν. Το τρίτο είναι ότι διάβασαν ορθά και έγκαιρα τις μετακινήσεις στις καταγραφές των δημοσκοπήσεων και διαπίστωσαν ότι έχουν εισροές μέχρι και από έναν μεγάλο αριθμό συντηρητικών ψηφοφόρων, που θεωρούν ότι μια ψήφος στους “οικολόγους πράσινους” δεν είναι παρά μια διαμαρτυρία, μια άρνηση του υπάρχοντος σκηνικού. Επιχειρώντας μια προβλητική ταύτιση στο επικοινωνιακό επίπεδο, προσαρμόζουν την δημόσια εικόνα τους στην εικόνα των πιθανών ψηφοφόρων, περιορίζοντας τον λόγο τους όχι στην προβολή κάποιων μίνιμουμ έστω θέσεων που θα μπορούσαν ενδεχομένως να αλλοιώσουν την εικόνα “αυτών που όλοι πρέπει να αγαπήσουν”, αλλά υποσχόμενοι όπως οι άλλοι συνάδελφοι τους με πείρα ό,τι μπορεί να ακούγεται ωραίο σε όλους, όπως θέσεις εργασίας (πράσινες παρακαλώ). Η κοινωνία μας μπορεί να περάσει ανώδυνα, χωρίς ανατροπές στον τρόπο που καταναλώνουμε τον πλανήτη, τους άλλους ή τον εαυτό μας, διατηρώντας την ευημερία μας μετρούμενη σε κατά κεφαλή ιπποδύναμη ΙΧ, κινητών τηλεφώνων ή ινστιτούτων αδυνατίσματος, σε έναν πράσινο παράδεισο όπου οι πάγοι δεν θα λιώνουν και τα πουλάκια θα κελαηδούν στις ανθισμένες κερασιές. Το ότι η ευημερία αυτής της παρασιτικής χώρας αποτελεί αποδοχή προϊόντος του διαρκούς εγκλήματος που συντελείται ενάντια στον πλανήτη και σε μεγάλο αριθμό του πληθυσμού του αποτελεί μια ενοχλητική και άρα όχι χρήσιμη αλήθεια. Το ότι η υποτιθέμενη “πράσινη διέξοδος” περιορίζεται γεωγραφικά και πολιτισμικά σε ένα κλάσμα της ανθρωπότητας δεν φαίνεται να αποτελεί πρόβλημα, καθώς το σύνθημα “σκέψου τοπικά δράσε συνολικά” μπορεί να αλλοιώνεται κατά το δοκούν ερμηνεύοντας κατά περίπτωση τους όρους τοπικό και συνολικό. Το ότι αυτή η υλική ευημερία έχει ένα αντάλλαγμα, την υπακοή σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο στις επιταγές των διαχειριστών της πιστοληπτικής μας ικανότητας και το τι σημαίνει αυτή η αφωνία για την ανθρώπινη υπόσταση και ταυτότητα δεν συζητείται, καθώς όλα αυτά αποτελούν μεταφυσικές κατηγορίες στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο. Το ότι τα όρια των αλλαγών καθορίζονται από τους ίδιους τους κλειδοκράτορες, τις κοινωνικές ελίτ ξεπερνιέται με την απόπειρα εισόδου στα σαλόνια των ελίτ όπως μας διδάσκει η παγκόσμια αλλά και η εγχώρια ιστορία με κορυφαίο παράδειγμα την μεταπολιτευτική γενιά.
Ιδού λοιπόν το προφίλ του οικολόγου που προτείνεται: Ενημερώνεται από τον ΣΚΑΪ, ψωνίζει οικολογικά προϊόντα, αγοράζει κανένα κουπόνι για τα παιδιά του Νταρφούρ, ψηφίζει “οικολόγους πράσινους”. Κι αν ψάχνετε την σχέση της περιγραφής αυτής με την ενεργοποίηση των ανθρώπων σε οικολογικές διεκδικήσεις, σας πληροφορώ με λύπη ότι είναι μια σχέση ανταγωνιστική. Το θέαμα της οικολογίας προϋποθέτει και κατασκευάζει τον θεατή, την κουλτούρα του καναπέ, της εκπροσώπησης, της ετερονομίας. Δεν αποτελεί παράλειψη των “οικολόγων πράσινων” ένα εκλογικό εγχείρημα που δεν αναφέρεται, δεν επιχειρεί να αναδείξει και πολύ περισσότερο να πολλαπλασιάσει όσες εν πάση περιπτώσει ζωντανές αντιστάσεις υπάρχουν.Αντίθετα οι άνθρωποι έχουν κατανοήσει το μάθημα που πήραν στους Οικολόγους Εναλλακτικούς, ότι μια προσέγγιση μέσα από λογικές ανάπτυξης κινήματος δεν τους δίνει τον ζωτικό χώρο για να στήσουν τέτοιου είδους μαγαζιά, ότι οι συλλογικές διαδικασίες είναι ενίοτε απαγορευτικές. Γι’ αυτό εξ’ άλλου έκαναν ότι μπορούσαν για να καταλύσουν το εγχείρημα εκείνο. Τώρα θεωρούν ότι μπορούν να παίξουν μόνοι τους. Μπορεί και να πετύχουν τον στόχο τους ως την επόμενη μέρα, τότε που θα χρειαστεί να πάρουν πολιτικές θέσεις αναδεικνύοντας την γύμνια του βασιλιά. Τότε θα είναι ίσως η κατάλληλη ώρα να μιλήσουμε για πολιτική οικολογία. Μια πρόταση, για να παραφράσουμε τον Μαρξ, που δεν θέλει απλά να στολίσει την αλυσίδα με ψεύτικα λουλούδια, ούτε καν να τινάξει από την αλυσίδα τα ψεύτικα λουλούδια που κουβαλά ο άνθρωπος την αλυσίδα δίχως αυταπάτες, αλλά να σπάσει την αλυσίδα για να μυρίσει ο άνθρωπος το ζωντανό λουλούδι.
Θανάσης Τζιούμπας