Σελίδες

Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2010

Κώστας Δουζίνας – Ανθρωπισμός και πολιτική

Ο ανθρωπισμός εξελίσσεται σε θεμελιώδη πολιτική ιδεολογία του 21ου αιώνα. Ο ακτιβισμός για τα ανθρώπινα δικαιώματα μετατρέπεται σε αντι-πολιτική, άμυνα των «αθώων» έναντι της εξουσίας χωρίς καμία κατανόηση της λειτουργίας της εξουσίας και χωρίς το παραμικρό ενδιαφέρον για συλλογική δράση που θα μπορούσε να αλλάξει τα αίτια της φτώχειας, της αρρώστιας ή του πολέμου.



«Ευχαριστούμε που ήρθατε να υποστηρίξετε το σπουδαιότερο πράγμα στην ιστορία του κόσμου», είπε ο Κρις Μάρτιν, ο πρώτος τραγουδιστής του ποπ συγκροτήματος Coldplay, στο πλήθος, στη συναυλία Live8 στο Χάιντ Παρκ, στο Λονδίνο. «Δεν ζητάμε φιλανθρωπία, ζητάμε ειρήνη». Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο πρώτος τραγουδιστής των U2 και συνδιοργανωτής της εκδήλωσης, ο Μπόνο, εξέφρασε το σκοπό της σειράς των συναυλιών που οργανώθηκαν με αφορμή τη συνάντηση των ηγετών της G8 στη Σκωτία. Με αλλεπάλληλες εκκλήσεις στους ηγέτες των οκτώ πλουσιότερων εθνών του κόσμου, η Live8 ζήτησε τη διαγραφή του αφρικανικού χρέους και μια σημαντική αύξηση του επιπέδου της βοήθειας. Τα ανθρώπινα δικαιώματα έπρεπε να τεθούν στο επίκεντρο της ατζέντας των ηγετών της Δύσης.


Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι πολλές εκατοντάδες χιλιάδες που παρακολούθησαν τις οκτώ συναυλίες ανά τον κόσμο συμφωνούσαν με αυτά τα συναισθήματα. Τα δάκρυα και η συμπάθεια για τη δυστυχία και τον πόνο στην Αφρική κυριαρχούσαν στον εκτεταμένο χώρο που αφιέρωσαν στη συναυλία οι βρετανικές εφημερίδες. Τα πλήθη πέρασαν υπέροχα ακούγοντας τη Μαντόνα, τους Πινκ Φλόιντ και τον Πολ ΜακΚάρτνει, συμμετέχοντας στο «μεγαλύτερο γεγονός που οργανώθηκε ποτέ», διαμαρτυρόμενα για τη φτώχεια και την αρρώστια στην Αφρική. Η δικαιοσύνη «ήταν το απλούστερο και πιο διαδεδομένο θέμα. Όλοι έγιναν ξαφνικά, παγκόσμια, πολιτικοποιημένοι» (Euan Ferguson, The Observer, 2005). Ως συνδυασμός ηδονισμού και καλής συνείδησης, το Live8 δεν θα ξεπεραστεί εύκολα σε μέγεθος ή υπερβολή. Με πάρτι ως πολιτική, με ποτό και χορό ως ηθική έκκληση.


Η δημόσια διαμαρτυρία ενέχει ένα στοιχείο δημοσιότητας που αναγνωρίζεται από το νόμο για τη δημόσια τάξη. Οι δραστηριότητες διαμαρτυρίας, οι πορείες, οι διαδηλώσεις, οι πικετοφορίες και οι καθιστικές διαμαρτυρίες εμπεριείχαν πάντα ένα στοιχείο βίας ή τουλάχιστον ενόχλησης γι’ αυτούς που διαμαρτύρονται και για το κοινό γενικά. Οι πορείες και οι διαδηλώσεις γίνονται δημόσια, αλλά φέρνουν επίσης τους ανθρώπους κοντά και από ξεχωριστές μονάδες δημιουργούν ένα κοινό, είτε στο δημόσιο πεδίο των εφημερίδων και των δημοσίων συζητήσεων των αρχών του καπιταλισμού είτε στους δρόμους, πλατείες και άλλους δημόσιους χώρους της σύγχρονης ζωής. Αλλά η πολιτική των ανθρώπινων δικαιωμάτων δεν ασχολείται τόσο με τη δημοσιότητα, τις κοινές ιδέες ή πράξεις, τις πορείες. Στην παγκόσμια πολιτική διαμαρτυρίας, την ενόχληση έχει αντικαταστήσει ο ηδονισμός και η δημοσιότητα από τις τηλεοπτικές εκστρατείες, τις ιδιωτικές δωρεές και τα πάρτι. Καθόλου παράξενο που οι «στόχοι» της Live8 θα ήταν ευτυχείς αν μπορούσαν να συμμετέχουν στη εναντίον τους «δράση», σύμφωνα με τον υπουργό Γκόρντον Μπράουν.


Η Πολιτική ως Εκστρατεία Δικαιωμάτων


Τα ανθρώπινα δικαιώματα εξελίχτηκαν σε θεμελιώδη πολιτική ιδεολογία φέρνοντας κοντά την ευημερία της Δύσης με τις κακουχίες του παγκόσμιου Νότου. Τι σημαίνει όμως για την πολιτική η μετάλλαξή της σε εκστρατεία δικαιωμάτων; Ποιο είναι το «ανθρώπινο» των εκστρατειών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ποια είναι η ανθρωπιά του ανθρωπισμού; Η ιδέα της ανθρωπιάς που οι επιστολικές εκστρατείες της Band Aid, της Live8 και της Διεθνούς Αμνηστίας προτείνουν και προωθούν κυριαρχεί στη φαντασία μας και τους θεσμούς μας και καθορίζει πώς βλέπουμε τους εαυτούς μας και τους άλλους. Στη θεωρία, το ανθρώπινο υποκείμενο φέρνει κοντά και υπερβαίνει όλα τα περιφερειακά χαρακτηριστικά όπως η εθνικότητα, η υπηκοότητα, η τάξη, το φύλο, η φυλή ή η σεξουαλικότητα. Ο φιλελεύθερος ιδεολόγος Michael Ignatieff πατάει σε σίγουρο έδαφος όταν ισχυρίζεται πως τα ανθρώπινα δικαιώματα ενσωματώνουν την ιδέα ότι «το είδος μας είναι ένα» ( Human Rights as Politics and Idolatry, 2004). Θα έπρεπε να μπορούμε να αναγνωρίσουμε τον άνθρωπο, παρά τις εμπειρικές διαφορές ανά τον κόσμο, στο Σίτυ του Λονδίνου και τις παράγκες της Βομβάης, στα εξοχικά σπίτια του Μπερκσάιρ και τα αστικά σπίτια της Βαγδάτης. Το ανθρώπινο πλάσμα έχει παντού τις ίδιες ανάγκες, επιθυμίες και χαρακτηριστικά και αυτά (θα έπρεπε να) καθορίζουν τα δικαιώματα που έχουμε. Τα δικαιώματα ακολουθούν τη φύση μας. Ως φυσικά, είναι εμφανή, συμφωνούν όλοι γι’ αυτά, δεν υπάρχει άνθρωπος καλής πίστης που να μην αποδέχεται την οικουμενικότητά τους ή την πολιτική δραστικότητά τους. Είναι οι τίτλοι της κοινής ανθρωπιάς, κάτι που ανήκει σε όλους μας λόγω του βασικού γεγονότος ότι είμαστε άνθρωποι.


Στο σημείο αυτό αρχίζουν όμως να μας ζώνουν οι αμφιβολίες. Δεν θα χρειαζόμασταν νομική ενίσχυση αυτών των «εμφανών» τίτλων αν ήταν τόσο εμφανείς. Η θεσμική διακήρυξη και προστασία τους δείχνει πως δεν υπάρχει μία ανθρωπιά, πως η ανθρώπινη φύση δεν είναι κοινή σε όλους, πως η φύση δεν μπορεί να προστατεύσει τους δικούς της. Η Live8 αποτελεί μέρος της θλιβερής διαπίστωσης πως, παρά τις διακηρύξεις για ανθρωπισμό, δεν υπάρχει μία ανθρωπιά, το «ανθρώπινο» σπάει σε διαφορετικά μέρη. Ένα μέρος είναι η ανθρωπότητα που υποφέρει, το ανθρώπινο ως θύμα. Άλλο μέρος είναι η ανθρωπότητα που σώζει, το ανθρώπινο ως διασώστης. Η καλοσύνη της ανθρωπότητας εξαρτάται από τη δυστυχία της και χωρίς καλοσύνη η δυστυχία δεν θα αναγνωριζόταν. Τα δύο μέρη εξαρτώνται το ένα απ’ το άλλο για να συνυπάρξουν, όπως οι πλευρές ενός νομίσματος. Υπάρχει όμως ένας δεύτερος διαχωρισμός. Η ανθρωπότητα υποφέρει επειδή κάποια μέρη της είναι κακά, εκφυλισμένα, βάναυσα και επιβάλουν απερίγραπτες φρικαλεότητες στα υπόλοιπα. Δεν μπορεί να υπάρξει λύτρωση χωρίς αμάρτημα, δώρο χωρίς στέρηση, Band Aid χωρίς πείνα.


Αυτός ο δεύτερος διαχωρισμός αναγνωρίζεται επισήμως στη σημαντική έννοια των «εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας». Η δίκη της Νυρεμβέργης, που νομοθέτησε πρώτη αυτή τη νομική καινοτομία, θεωρείται συμβολική στιγμή στη δημιουργία του κινήματος για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Τα ανθρώπινα δικαιώματα εμφανίστηκαν όταν η ανθρωπότητα αναγνώρισε πως ένα μέρος της διαπράττει αξιοκαταφρόνητες φρικαλεότητες έναντι ενός άλλου, ενώ ένα τρίτο μέρος είναι ο σωτήρας και λυτρωτής που χρησιμοποιεί το νόμο, τη λογική και μερικές φορές τη βία για να τιμωρήσει τους δράστες και να θεραπεύσει τον πόνο και το κακό. Η ανθρωπότητα υποφέρει από το κακό και το έγκλημα ή από τις επιδράσεις του ανθρώπινου σφάλματος που μπορεί να αποφευχθεί ή της κακής τύχης που δεν μπορεί να αποφευχθεί. Εάν η ανθρωπότητα υποφέρει από το δικό της κακό και πρέπει να σωθεί, το κακό και οι συνέπειές του, η ευπάθεια, η δυστυχία και ο πόνος, είναι το οικουμενικό χαρακτηριστικό της.


Θύματα, θύματα, παντού


Τόσο οι θρησκευτικές όσο και οι πολιτικές παραδόσεις αποδίδουν τη δυστυχία στο κακό. Στη χριστιανική, και ειδικότερα στην προτεσταντική θεολογία, ο πόνος είναι ένα μόνιμο υπαρξιακό χαρακτηριστικό, το αναπόφευκτο αποτέλεσμα του αρχέγονου αμαρτήματος. Η δυστυχία είναι αποτέλεσμα της παράβασης, της έλλειψης ή στέρησης του καλού. Ο Michael Ignatieff συμφωνεί. Οι στόχοι των ακτιβιστών για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι «να βάζουν πρώτη την απανθρωπιά, να δίνουν τέλος στην ‘άδικη δυστυχία και τη μεγάλη φυσική σκληρότητα’». Το κακό έρχεται πρώτο, το καλό ορίζεται αρνητικά ως στέρηση κακού, ως εξάλειψη, θεραπεία ή απουσία του κακού. Τα ανθρώπινα δικαιώματα και ο ανθρωπισμός φέρνουν τα διάφορα μέρη της ανθρωπότητας κοντά, προσπαθούν να συρράψουν μια κοινή ανθρώπινη ουσία μέσα από το βαθιά τραυματισμένο σώμα.


Ο μετα-κομμουνιστικός ανθρωπισμός, φοβισμένος από τις φρικαλεότητες της ιδεολογίας του 20ού αιώνα, προτιμά μια ανθρωπότητα που υποφέρει και αντικαθιστά τα μεγάλα αφηγήματα της ιστορίας με την ατυχία του είδους. Η ανθρωπότητα δεν ενώνεται μέσα απ’ τα σχέδια των επαναστατών, αλλά μέσα από τον οικουμενικό πόνο και οίκτο. Τα πολιτικά γεγονότα δεν χαίρουν συγκεκριμένης ανάλυσης, δεν εξετάζονται για τις ιστορικές ρίζες τους, κρίνονται από τις ποσότητες πόνου που προκαλούν. Είναι μια παρήγορη θεώρηση. Καθοδηγούμαστε αποκλειστικά από ηθικά συναισθήματα. Ενωμένοι στον οίκτο μας, αναζητούμε ανακουφιστικές παρεμβάσεις και νοιαζόμαστε ελάχιστα για την κατάσταση πριν ή μετά την παρέμβαση, απ’ τη στιγμή που μειώνει την ποσότητα του πόνου. Το αποτέλεσμα είναι η πολυπλοκότητα της ιστορίας, το περιεκτικό πολιτικό πλαίσιο και η πολλαπλότητα των πιθανών απαντήσεων σε κάθε νέα «ανθρωπιστική τραγωδία» να χάνονται.


Οι ιδεολογίες θυσίασαν άτομα για το μέλλον της ανθρωπότητας, γιατί οι ανθρωπιστές δεν χρησιμεύουν παρά ως αποκρυπτογράφοι για την ανθρωπότητα που υποφέρει. Γιατί το ειδικό βάρος κάθε ατόμου και η μοναδικότητα κάθε κατάστασης αντικαθίστανται από μια γκρίζα, μονολιθική ανθρωπότητα, το ακριβώς αντίθετο από την απεριόριστη ποικιλία της ανθρώπινης εμπειρίας. Όπως λέει ο Alain Finkielkraut, « η ανθρωπιστική γενιά δεν αγαπάει τους ανθρώπους- αναστατώνουν υπερβολικά- χαίρεται όμως να τους φροντίζει. Οι ελεύθεροι άνθρωποι την τρομάζουν. Έτοιμη να εκφράσει πλήρως την τρυφερότητά της όταν είναι βέβαιη πως δεν θα φύγουν, προτιμά τους ανθρώπους με αναπηρία» (In the Name of Humanity, 2000). Επιπλέον, καθώς η αξία του οίκτου και της παρέμβασης που ακολουθεί ορίζονται σε ένα εικονικό χρηματιστήριο πόνου, η «τιμή» των συμφορών σπρώχνεται ασταμάτητα προς τα πάνω. Το Ολοκαύτωμα έχει γίνει το οικουμενικό κριτήριο σύγκρισης και το μέτρο του κακού για κάθε νέα πραγματική ή φανταστική φρικαλεότητα, κάθε Ρουάντα Βοσνία, Κόσοβο κρίνεται σε σχέση με αυτό. Όπως είπε ο Paul Ricoeur, «τα θύματα του Άουσβιτς είναι στη μνήμη όλων μας οι κατεξοχήν εκπρόσωποι όλων των θυμάτων της ιστορίας. Η θυματοποίηση είναι η άλλη πλευρά της ιστορίας που κανένα λογικό τέχνασμα δεν μπορεί ποτέ να δικαιολογήσει». ( Time and Narrative, 1998). O οίκτος έχει υποκαταστήσει την πολιτική, τη λογική της ηθικής, την πρόοδο της δυστυχίας. Η οικουμενική ανταλλαγή δυστυχίας και ο καπιταλισμός της αγοράς κατάφεραν τελικά να ενώσουν το ανθρώπινο είδος».


Η Αποικιοκρατική Λογική των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων


Παρά τις διαφορές περιεχομένου, η αποικιοκρατία και το κίνημα των ανθρώπινων δικαιωμάτων σχηματίζουν μια συνέχεια, είναι επεισόδια του ίδιου δράματος, που ξεκίνησε με τις μεγάλες ανακαλύψεις του νέου κόσμου και συνεχίζεται τώρα στους δρόμους του Ιράκ, φέρνοντας τον πολιτισμό στους βαρβάρους. Ο ισχυρισμός για διάδοση της Λογικής και της Χριστιανοσύνης έδωσε στις δυτικές αυτοκρατορίες την αίσθηση ανωτερότητάς τους και την κινητήρια δύναμή τους σε οικουμενικό επίπεδο. Η παρόρμηση είναι πάντα εκεί. Οι ιδέες επαναπροσδιορίστηκαν αλλά η πίστη στην οικουμενικότητα της κοσμοθεωρίας μας παραμένει τόσο ισχυρή όσο αυτή των αποικιοκρατών. Υπάρχει μικρή διαφορά ανάμεσα στην επιβολή της λογικής και της καλής διακυβέρνησης και στον προσηλυτισμό για τη Χριστιανοσύνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αποτελούν και τα δυο μέρος του, επιθετικού και λυτρωτικού ταυτόχρονα, πολιτισμικού πακέτου της Δύσης.


Η θρησκεία είναι εγγενώς λόγος της αλήθειας. Πρέπει να διακηρύττει την ανωτερότητα των δογμάτων της. Η οικουμενική ηθική ακολουθεί την ίδια οδό. Είναι αδύνατο να αξιώνεις την οικουμενικότητα ενός ηθικού κώδικα ή αρχής και να δέχεσαι ότι άλλοι μπορεί νομίμως να διαφωνούν με αυτόν. Εάν υπάρχουν πολλές απόψεις αλλά μια σωστή απάντηση, εναπόκειται στο άτομο, το κράτος ή τη συμμαχία που την έχει, να την περάσει και τελικά να την επιβάλει σε άλλους. Η ηθική, όπως και η θρησκεία, τακτοποιεί τους ανθρώπους σε θέσεις ανωτερότητας και υποβίβασης. Η «παγκοσμιοποίηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων ταιριάζει σε ένα ιστορικό πρότυπο στο οποίο η υψηλή ηθική προέρχεται από τη Δύση ως πολιτισμένος αντιπρόσωπος έναντι κατώτερων μορφών πολιτισμού στον υπόλοιπο κόσμο».Ο δυτικός συνήθιζε να κουβαλάει το φορτίο του λευκού άντρα, την υποχρέωση να διαδώσει τον πολιτισμό, τη λογική, τη θρησκεία και το νόμο στο βάρβαρο μέρος του κόσμου. Εάν τα αποικιοκρατικά πρότυπα ήταν ο ιεραπόστολος και ο αποικιοκράτης διοικητής, τα μετα-αποικιακά πρότυπα είναι ο εκστρατεύων για τα ανθρώπινα δικαιώματα και ο λειτουργός της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης. Η ανθρωπότητα μετέθεσε την αποικιοκρατική εξουσία. Ο μεταμοντέρνος φιλάνθρωπος δεν έχει ανάγκη να πάει σε μακρινά μέρη για να χτίσει νοσοκομεία και αποστολές. Η παγκοσμιοποίηση εξασφάλισε ότι μπορεί να το κάνει αυτό από το μπροστινό του δωμάτιο, βλέποντας τηλεοπτικές εικόνες εγκατάλειψης και αγριότητας και πληρώνοντας με την πιστωτική του κάρτα.


Παρά τις δομικές διαφορές μεταξύ θύματος και εκστρατεύοντος, η θεώρηση της πολιτικής όπως προβάλλεται στις εκστρατείες για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι κοινή και στους δυο. Ο χορηγός όπως και το θύμα είναι παθητικός αποδέκτης μηνυμάτων και λύσεων ως βοηθητικός αποδέκτης. Η συμβολή του περιορίζεται στην αποδοχή των εναλλακτικών λύσεων που προσφέρονται από τις κυβερνήσεις και τα μέσα ενημέρωσης. Εάν το θύμα είναι το ανόητο παιχνίδι εξουσιών που ξεπερνούν τις δυνάμεις του, ο χορηγός αποδέχεται εξίσου πως αυτό το μέρος του κόσμου βρίσκεται πέρα από κάθε λύτρωση και η φιλανθρωπία αποτελεί προσωρινή ανακούφιση.
Σε αντίθεση με τον ιεραπόστολο, ο ανθρωπιστής δεν χρειάζεται να πιστεύει σε κάποια συγκεκριμένη θρησκεία ή ιδεολογία, εκτός από την παγκόσμια ιδεολογία ότι οι άνθρωποι υποφέρουν και έχουμε χρέος να ανακουφίζουμε τις πληγές τους. Ο πόνος και η δυστυχία έχουν υποκαταστήσει την ιδεολογία και τα ηθικά συναισθήματα έχουν υποκαταστήσει την πολιτική, όπως ο Richard Rorty μας συμβούλευσε να κάνουμε. Αυτό όμως το είδος ακτιβισμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων μετατρέπεται σε αντι-πολιτική, άμυνα των «αθώων» έναντι της εξουσίας χωρίς καμία κατανόηση της λειτουργίας της εξουσίας και χωρίς το παραμικρό ενδιαφέρον για συλλογική δράση που θα μπορούσε να αλλάξει τα αίτια της φτώχειας, της αρρώστιας ή του πολέμου.


Κάνοντας το Καλό


Τα στοιχήματα των ανθρωπιστικών εκστρατειών είναι μεγάλα. Προϋποθέτοντας το θύμα και/ή σώζοντας τον άλλον από ανθρωπισμό δημιουργούμε ανθρωπιά. Ο δράστης/θύμα αποτελεί υπενθύμιση, στοιχειό από το αποκηρυγμένο παρελθόν μας. Είναι το φαντασιακό αντίγραφο της Δύσης, κάποιος που φέρει τα δικά μας χαρακτηριστικά και φοβάται, αν και με την αντίστροφη, φτωχότερη έννοια. Απ’ τη στιγμή που το ηθικό σύμπαν περιστρέφεται γύρω από την αναγνώριση του κακού, κάθε σχέδιο ένωσης των ανθρώπων στο όνομα του καλού καταδικάζεται ως κακό. Ο καντιανός ηθικολόγος καταγγέλλει κάθε ριζοσπαστικό πολιτικό σχέδιο, κάθε πράξη που στοχεύει στη δικαιοσύνη ή τη ριζοσπαστική ισότητα. Η βούληση για καλό θα μετατραπεί σίγουρα σε εφιάλτη και ολοκληρωτισμό. Γι’ αυτό, το αντίτιμο της πολιτικής των ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι ο συντηρητισμός.


Η ηθικολογική αντίληψη καθιστά αδύνατες και ταυτόχρονα εμποδίζει τις θετικές πολιτικές θεωρήσεις και δυνατότητες. Η ηθική των ανθρώπινων δικαιωμάτων νομιμοποιεί αυτό που η Δύση ήδη κατέχει. Το κακό είναι αυτό που ούτε κατέχουμε ούτε απολαμβάνουμε. Αλλά όπως λέει ο Alain Badiou, ενώ το ανθρώπινο είναι εν μέρει απάνθρωπο, είναι επίσης περισσότερο από ανθρώπινο. Υπάρχει μια ‘υπεράνθρωπη ή αθάνατη διάσταση στο ανθρώπινο’ (Badiou, A subject to Truth, 2003). Γινόμαστε ανθρώπινοι στο βαθμό που επιβεβαιώνουμε μια φύση που ενώ είναι εντελώς θνητή δεν είναι έτοιμη να θυσιαστεί και δεν συμμορφώνεται με τους κανόνες του παιχνιδιού. Η κατάσταση του θύματος, από την άλλη πλευρά, ‘του ζώου που υποφέρει, του σκελετωμένου ατόμου που πεθαίνει, συρρικνώνει τον άνθρωπο στη ζωώδη υποδομή του, στην καθαρή και απλή θνητή ιδιότητά του…ούτε η θνησιμότητα ούτε η σκληρότητα μπορούν να ορίσουν τη μοναδικότητα του ανθρώπινου στον κόσμο των ζωντανών.


Θα έπρεπε να αντιστρέψουμε την ηθική μας προσέγγιση: δεν είναι η δυστυχία και το κακό που ορίζουν το καλό ως την άμυνα που προβάλλει η ανθρωπότητα έναντι της κακής πλευράς της. Είναι η θετική ικανότητά μας να κάνουμε το καλό, η αποδοχή της δυνατότητάς μας να ενεργήσουμε και να αλλάξουμε τον κόσμο, που πρέπει να καταγγείλουν το κακό ως ανοχή ή προώθηση του υπαρκτού και όχι αντίστροφα. Με αυτή την έννοια, τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μας προστατεύουν από την απανθρωπιά, αλλά θα μπορούσαν να κάνουν το ανθρώπινο περισσότερο από ανθρώπινο. Ίσως πρέπει να παραμερίσουμε τα δικαιώματα προς όφελος του δίκαιου.
----------------------------------------------

Costas Douzinas Costas Douzinas is Professor of Law and former Dean of the Faculty of Arts and Humanities at Birkbeck. He joined the College in 1992 as a member of the team, which established the Birkbeck School of Law. He was Head of the School from 1996 to 2001 and Dean of the Faculty from 2002 to 2006, when he founded the Institute for the Humanities. Educated in Athens, London and Strasbourg, he has taught at the Universities of Middlesex, Lancaster, Prague, Athens, Griffith and Nanjing and is currently a visiting Professor at the University of Athens. Costas is a founding member of the Critical Legal Conference and the managing editor of Law and Critique: The International Journal of Critical Legal Thought and the Birkbeck Law Press. Costas specialises in political philosophy, jurisprudence human rights, aesthetics and critical theory. His many books include Postmodern Jurisprudence; Justice Miscarried; The Logos of the Nomos (with Ronnie Warrington); The End of Human Rights; Law and the Image (with Lynn Nead); Nomos and Aesthetics; Critical Jurisprudence (with Adam Gearey); Adieu Derrida (Palgrave Macmillan); Human Rights and Empire. His work has been translated in 8 languages. Costas Douzinas can be contacted by email at c.douzinas@bbk.ac.uk

--------------------------------------------------------
επίσης ..>
το ελληνικό ηφαίστειο: πολιτικές και ηθικές διαστάσεις της κρίσης
Του Κώστα Δουζίνα*
Η ηφαιστειακή έκρηξη στην Ισλανδία, μια χώρα που έχει υποφέρει τα πάνδεινα από την τρέλα και την απληστία των τραπεζιτών, είναι η πιο αρμόζουσα αλληγορία για την ελληνική τραγωδία. Η κρίση έχει συζητηθεί κυρίως με οικονομικούς και σχεδόν φυσικούς όρους, και μόνο δευτερευόντως σε σχέση με τον πολιτικό της χαρακτήρα και τις επιπτώσεις. Η κυβέρνηση, τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης και οι αυτάρεσκοι «ειδικοί» παρουσίασαν τα πρόσφατα γεγονότα σαν θεϊκή πράξη, μια φυσική καταστροφή που δεν μπορούσε να προβλεφθεί ή αποφευχθεί. Η κυρίαρχη ρητορική υποστηρίζει ότι η δράση των «αγορών» είναι αναπόφευκτη, απρόβλεπτη, ανεξιχνίαστη. Αν η Ελλάδα είναι σαν τον Τιτανικό, οι «αγορές» είναι το ανελέητο παγόβουνο και οι απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης μια ξαφνική ηφαιστειακή έκρηξη. Η μόνη απάντηση των ελίτ μπροστά σε μια τέτοια «ανωτέρα βία» είναι να προσφύγουν στις διαδικασίες  της πολιτικής προστασίας, έτσι ώστε να περιορίσουν τις απώλειες και τις ζημιές.

Η οικονομική κρίση ως φυσική καταστροφή

Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε αυτή τη «φυσικοποίηση» (naturalization) της οικονομίας «φετιχισμό των καταστροφών», κάτι σαν τον φετιχισμό του εμπορεύματος κατά Μαρξ. Πολιτικές αποφάσεις που παίρνονται στην Αθήνα και τις Βρυξέλλες, στρατηγικές επιλογές των χρηματιστών, πρωτόγνωρες επιβολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ παρουσιάζονται ως αναπόφευκτες, αναπόδραστες, σχεδόν μη ανθρώπινες παρεμβάσεις. Αν η οικονομική κρίση είναι μια φυσική καταστροφή, τότε η πολιτική δεν πρέπει να ανακατεύεται στην αντιμετώπισή της, με τον ίδιο τρόπο που δεν πρέπει αναμειγνύεται στην ανθρωπιστική βοήθεια σε περιπτώσεις σεισμού. Ένας υπουργός μάς λέει ότι «χρειαζόμαστε στρατιωτική πειθαρχία» στην αποδοχή των μέτρων. Τα τηλεοπτικά δελτία, με μπροστάρη το MEGA, επαναλαμβάνουν ανιαρά «It’s the economy, stupid!», καθώς παρουσιάζουν σχεδιαγράμματα με την άνοδο των «σπρεντ», με τον ίδιο τρόπο που παρουσιάζουν την αύξηση της θερμοκρασίας σε περίοδο ξηρασίας.

«Ποια είναι η εναλλακτική πρόταση;» ρωτούν ρητορικά οι παντογνώστες δημοσιογράφοι και οι υπόλογοι πολιτικοί για να θέσουν τέρμα στην πολιτική συζήτηση και παρέμβαση και να επιστρέψουν στην «επιστημονική» ανατομή της φυσικής οικονομικής καταστροφής. Όλες οι προτάσεις για πολιτική κινητοποίηση, όλες οι ιδέες για διαφορετικές στρατηγικές, η πρόταση για δημοψήφισμα απορρίπτονται με το επιχείρημα ότι δεν συνειδητοποιούν το επείγοντα και μονόδρομο χαρακτήρα της οικονομικής λύσης. Αν η «φυσικοποιημένη» οικονομία κινείται με τρόπους απρόβλεπτους και θεόσταλτους, η πολιτική μετατρέπεται σε μια υποκατηγορία της οικονομίας που πρέπει να μένει σιωπηλή και περιθωριοποιημένη. Μ’ αυτό τον τρόπο βαθύτατα πολιτικές αποφάσεις εμφανίζονται ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα αδήριτων νόμων, περιβάλλοντας έτσι ταξικά συμφέροντα με την αίγλη της επιστήμης.

Και όμως, στην πραγματικότητα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Κάθε βήμα, απόφαση και πράξη που οδήγησαν στο σημερινό αδιέξοδο ήταν βαθιά πολιτικές επιλογές. Η οικονομική κατάρρευση του 2008 που επιδείνωσε την οικονομική κρίση αποκάλυψε την θεμελιώδη υποκρισία και ανηθικότητα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Ενώ οι απλοί άνθρωποι υποβάλλονται καθημερινά στην «πειθαρχία» της αγοράς χάνοντας σπίτια, δουλειές και ελπίδα, τις τεράστιες απώλειες των τραπεζών τις ανέλαβε το κράτος. Αυτή είναι η πολιτική του «lemon socialism»: σοσιαλισμός για τους πλούσιους -- καπιταλισμός για τους υπόλοιπους. Ή, για να παραφράσουμε τον Μπέρτολτ Μπρεχτ, αν φοροδιαφεύγεις πας φυλακή, αν οδηγήσεις μια τράπεζα στην πτώχευση παίρνεις τεράστια μπόνους.

Το ίδιο ισχύει και με το χρέος. Το χρέος συσσωρεύθηκε τα τελευταία τριάντα χρόνια με αποφάσεις των εναλλασσόμενων πολιτικών ελίτ που χρησιμοποιούσαν τα δάνεια για πελατειακές πολιτικές και πολιτικά οφέλη. Δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά ως προς αυτό ανάμεσα στον Σημίτη, τον Καραμανλή, τον Παπανδρέου και τους διάφορους υπουργούς και πρώην υπουργούς που παρελαύνουν χωρίς ντροπή στις τηλεοπτικές οθόνες, ζητώντας «στρατιωτική πειθαρχία». Όλες οι πρόσφατες εκλογικές εκστρατείες έγιναν με το κόμμα της εκάστοτε αντιπολίτευσης να υπόσχεται «ηθική στην πολιτική», «εκλογίκευση των δημοσιονομικών», «επανίδρυση του κράτους», εγκατάλειψη της «αλαζονείας της εξουσίας». Μόλις τελειώνουν οι εκλογές, η νέα κυβέρνηση επιστρέφει στις παλιές μεθόδους, δανειζόμενη, δωροδοκώντας και μοιράζοντας προνόμια στους ημέτερους

Σήμερα, το ένα κυβερνητικό κόμμα επιτίθεται στο άλλο για το ποιος φταίει για το χρέος, λες και υπάρχει κάποιος που ανήκει στην πολιτική ελίτ των τελευταίων τριάντα χρόνων και δεν φταίει. Με αυτή την έννοια, τα πρόσφατα γεγονότα δείχνουν ότι η οικονομική και η ηθική πτώχευση είναι συνοδοιπόροι. Στη Βρετανία, στη διάρκεια των τηλεοπτικών αναμετρήσεων της τρέχουσας προεκλογικής εκστρατείας, και οι τρεις ηγέτες απολογήθηκαν στο κοινό για τα «σκάνδαλα των εξόδων» (οι βουλευτές χρέωναν στο δημόσιο κονδύλια που δεν δικαιούνταν) που στοίχισαν στο δημόσιο λιγότερο από δύο εκατομμύρια λίρες, ποσό που ωχριά σε σύγκριση με όσα σπαταλήθηκαν από τις δικές μας ελίτ.

Περιμένουμε ακόμα η πολιτική ελίτ να απολογηθεί στον ελληνικό λαό, αν και μάλλον μια πράξη μεταμέλειας ιαπωνικού τύπου και ακόμα περισσότερο ένα δημόσιο χαρακίρι θα ταίριαζαν περισσότερο στην κατάσταση, αν αναλογιστούμε το μέγεθος της ευθύνης. Η πολιτική τάξη όμως δεν διαθέτει το στοιχειώδες ηθικό ανάστημα: η αξίωσή τους να αλλάξουν οι πολίτες στάση, να υπακούν στο νόμο και να δρουν υπεύθυνα προς την κοινωνία θα ήταν πολύ πιο αξιόπιστη αν οι στυλοβάτες της ηθικής έδειχναν ένα ίχνος ταπεινοφροσύνης και κατανόησης της ευθύνης τους.

Η πολιτική φύση της κρίσης διαφαίνεται και στην ευρωπαϊκή πλευρά. Το όριο του 3% στο έλλειμμα (που το έχουν ξεπεράσει όλα τα κράτη της ευρωζώνης), το σύμφωνο σταθερότητας, η κερδοσκοπία των «αγορών» έχουν όλα πολιτικό κίνητρα και σχέδιο. Ο στενός δεσμός μεταξύ των μέτρων της ΕΕ και του ΔΝΤ με τη γερμανική πολιτική είναι πασίγνωστος. Αυτό που έχει σχολιαστεί λιγότερο είναι η φύση της κερδοσκοπίας των αγορών, η οποία δεν βασίζεται στις επιδόσεις της πραγματικής οικονομίας (η Ελλάδα πάει ακόμη σχετικά καλά), αλλά στα αισθήματα «εμπιστοσύνης» και «ρίσκου» που διακατέχουν τους χρηματιστές. Οι χρηματαγορές λειτουργούν σε ένα εικονικό, και όχι πραγματικό επίπεδο. Η αξιοπιστία ενός κράτους, ο κίνδυνος να μην πληρώσει προσδιορίζονται από φανταστικούς σχεδιασμούς και ιδεολογικές κατασκευές. Αποτελούν μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα, αλλά έχει τη δύναμη να την αλλάζει καταστροφικά.

Οι επιθέσεις των «αγορών» κατά της Ελλάδας είναι η εκδίκηση του νεοφιλελευθερισμού για τη μεγάλη ήττα του 2008. Αποτελεί όμως και αναπόσπαστο κομμάτι των ευρύτερων ρυθμίσεων της μεταβιομηχανικής κοινωνίας των υπηρεσιών. Η συσσώρευση κεφαλαίου δεν βασίζεται πλέον στην παραγωγή υπεραξίας στον πρωτογενή τομέα, αλλά στην άντληση ενοικίου (με κύρια μορφή τον τόκο). Αυτό ισχύει τόσο σε ατομικό επίπεδο (ο νεοφιλελευθερισμός μάς μεταχειρίζεται όχι σαν φυσικά πρόσωπα ή πολίτες αλλά σαν καταναλωτές που πρέπει συνεχώς να δανείζονται για να ξοδεύουν) όσο και σε κρατικό.

Όμως, η συσσώρευση κεφαλαίου μέσω ενοικίου πρέπει να αστυνομεύεται αυστηρά, αφού το δανειστικό συμβόλαιο δεν δημιουργεί αυτόματα τις συνθήκες της αναπαραγωγής του όπως συμβαίνει με το συμβόλαιο εργασίας. Η άντληση ενοικίου και τόκου απαιτεί τον εκφοβισμό καθώς δεν υπάρχει κάποιο «φυσικό» επίπεδο ενοικίου Η πίεση των αγορών είναι ένας τρόπος να ασκηθεί πίεση στους οφειλέτες ή να αποδεχτούν τον πιο ακραίο νεοφιλελευθερισμό ή να χρεοκοπήσουν. «Οφειλέτες προσέχετε», λένε στα κράτη. «Ή διαλύετε το κράτος πρόνοιας ή γίνεστε η επόμενη Ελλάδα». Δεν διαφέρει και πολύ από τη μαφιόζικη «προστασία»: αν ο οφειλέτης αμφισβητήσει τους όρους ή την αμοιβή, οι μπράβοι τον δέρνουν.

Η κρίση δεν είναι πρωτίστως οικονομική

Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα από τον ισχυρισμό ότι η κρίση είναι κυρίως οικονομική. Η πολιτική λογική και οι ανάγκες του ύστερου καπιταλισμού δημιούργησαν την κρίση που χρησιμοποιείται σήμερα κυνικά για να καταστραφεί το κοινωνικό συμβόλαιο της μεταπολίτευσης. Μόλις συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος της πολιτικής κρίσης, που οδηγεί στη συνολική καταστροφή και επανασύσταση του κοινωνικού δεσμού, ίσως εμφανιστούν τα πρώτα σημάδια καθολικής αντίδρασης.

Σ’ αυτή την κατεύθυνση χρειαζόμαστε πιθανόν μια νέα θεωρητική σύλληψη. Ο δημόσιος τομέας αντιπροσωπεύει και προάγει τα επιτεύγματα του κράτους πρόνοιας. Ωστόσο, σαν υποχείριο των πολιτικών μηχανισμών και πεδίο πελατειακών σχέσεων έχει χάσει μεγάλο μέρος της εμπιστοσύνης και κύρους του. Αυτό βολεύει το νεοφιλελεύθερο μοντέλο που χρησιμοποιεί την ιδιωτικοποίηση και την απορρύθμιση, προκειμένου να μεταφέρει κεφάλαιο και εξουσία από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα. Συνειδητοποιώντας την αντίφαση ανάμεσα στη δημόσια αρετή που χρησιμοποιείται για ιδιωτική εξαχρείωση, η Αριστερά οφείλει να αποτρέψει την διαίρεση της κοινωνίας σε αντιμαχόμενο δημόσιο και ιδιωτικό χώρο. Οι αλληλοκατηγορίες για τεμπέληδες και διεφθαρμένους δημόσιους υπάλληλους ή για φοροφυγάδες και διεφθαρμένους ελεύθερους επαγγελματίες υπηρετούν μόνο την τακτική τού «διαίρει και βασίλευε» του νεοφιλελευθερισμού.

Πέρα από τη διαίρεση δημοσίου και ιδιωτικού, υπάρχει ένας τρίτος όρος: το κοινό καλό: αντιπροσωπεύει την κοινωνική δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη του μεταπολιτευτικού κοινωνικού συμβολαίου, την ενέργεια που εμψυχώνει την κοινωνία και φέρνει τους ανθρώπους κοντά. Ο δημόσιος τομέας εκπροσωπούσε παραδοσιακά το κοινό καλό, αλλά σήμερα δεν εκφράζεται αποκλειστικά από το κράτος. Αυτό το κοινό συμφέρον (commonwealth) καθορίζεται αδιαμφισβήτητα από τον βαθύ ανταγωνισμό ανάμεσα στον λαό και τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ. Ωστόσο, σε τούτους τους καιρούς της επικείμενης καταστροφής, η Αριστερά οφείλει να απευθυνθεί στη δεξαμενή αυτή του κοινού αισθήματος, για να διασώσει το ανθρώπινο πρόσωπο της ελληνικής κοινωνίας.

Η κοινωνική αποστροφή για τις πολιτικές ελίτ πρέπει να μετατραπεί από απαθή αποστασιοποίηση σε ενεργή δύναμη. Διάφορες ιδέες μπορούν να χρησιμοποιηθούν σ’ αυτή την κατεύθυνση. Θα μπορούσε ίσως να δημιουργηθεί μια εξεταστική επιτροπή από Έλληνες και ξένους οικονομολόγους και κοινωνικούς επιστήμονες, πέραν των δύο μεγάλων κομμάτων, για να εξετάσει πως εκτινάχτηκε το χρέος και πως ξοδεύτηκαν τα κονδύλια.

Οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ πρέπει να λογοδοτήσουν για την καταστροφή της χώρας. Θα μπορούσε λοιπόν να δημιουργηθεί μια επιτροπή όπως το δικαστήριο του Μπέρτραντ Ράσελ, για να διερευνήσει την ηθική ευθύνη των ελίτ. Η κυβέρνηση δεν έχει την παραμικρή νομιμοποίηση για να πάρει τα μέτρα. Η συνταγματικότητά τους πρέπει να ελεγχθεί δικαστικά, και πρέπει να συγκεντρωθούν υπογραφές με αίτημα το δημοψήφισμα. Αν το αίτημα δεν γίνει δεκτό, τοπικά δημοψηφίσματα μπορούν να οργανωθούν από σωματεία και οργανώσεις.



Για το κοινό καλό και τη δημοκρατία

Πιο γενικά, η Ελλάδα χρειάζεται ένα μεγάλο μέτωπο αντίστασης, πέρα από κομματικές τοποθετήσεις. Μια ηγεμονική πολιτική αναγνωρίζει την πολυδιάσπαση των κοινωνικών δυνάμεων και προσπαθεί να αναγάγει μια βασική αντίθεση σε γραμμή αντιπαράθεσης των λαϊκών δυνάμεων και των ελίτ, συμπυκνώνοντας τις διάφορες αντιθέσεις. Το κοινό καλό και η δημοκρατία είναι οι καλύτεροι υποψήφιοι για ηγεμονική πολιτική. Αυτή τη στιγμή διαφορές και διαφωνίες στην Αριστερά είναι καταστροφικές. Η Αριστερά είναι η μοναδική κοινωνική δύναμη που μπορεί να εκπροσωπήσει το κοινό καλό, η μοναδική ιδεολογία που διαθέτει ακόμη ηθικό κύρος για την άμυνα της δημοκρατίας, που είναι συνώνυμη με την υπεράσπιση της πολιτικής. Ένα τέτοιο μέτωπο δημιουργεί την απαραίτητη δυναμική για να μετατρέψει την άμυνα και αντίσταση σε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο.

Ο ανθελληνικός ρατσισμός και οριενταλισμός που εμφανίστηκε τους δύο τελευταίους μήνες στην Ευρώπη ήταν αναπάντεχος και αποτρόπαιος. Αλλά υπάρχει και η άλλη πλευρά αυτού του νομίσματος. Οι προοδευτικοί Ευρωπαίοι προσβλέπουν στην Ελλάδα σαν μια μεγάλη ελπίδα. Τώρα που ξέρουμε ότι η θεραπεία είναι χειρότερη από την αρρώστια, ίσως η Ευρώπη καταλάβει ότι διάλεξε το λάθος πειραματόζωο. Αντί η Ελλάδα να οδηγήσει σε πανευρωπαϊκά οικονομικά προβλήματα, ίσως να ξεκινήσει την πολιτική αντεπίθεση των Ευρωπαίων.

Το αδύνατο παραμένει πάντα δυνατό

Θαύματα γίνονται ακόμα. Οι σοσιαλιστές που έφεραν το ΔΝΤ στην Ουγγαρία καταποντίστηκαν στις πρόσφατες εκλογές. Οι Φιλελεύθεροι, που βρίσκονται στα αριστερά των Εργατικών, ανέτρεψαν το πολιτικό σκηνικό ογδόντα χρόνων στη Βρετανία. Και πιθανόν το πλησιέστερο προηγούμενο της ελληνικής τραγωδίας δεν είναι το Κραχ της δεκαετίας του 1930, αλλά η καταστροφή του ιταλικού πολιτικού συστήματος τη δεκαετία του 1990.

Η έκρηξη του ηφαιστείου σηματοδότησε την ανάδυση του αναπάντεχου, του απρόβλεπτου και του πιθανού. Μας υπενθύμισε ότι όποιες άμυνες και αν έχουν αναπτύξει οι κυρίαρχες δυνάμεις απέναντι στα κοσμογονικά γεγονότα, το αδύνατο παραμένει πάντοτε δυνατό. Πέρα από τα «φυσικά» αίτια που επικαλούνται οι οικονομολόγοι, πέρα από τη μεταμφιεσμένη πολιτική των νεοφιλελεύθερων, χρειαζόμαστε μια ηθική φωνή που θα μετατρέψει την καταστροφή σε απαρχή ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου, που θα έχει στο επίκεντρό του το κοινό καλό και τη δημοκρατία. Αυτή είναι η πρόκληση για την Αριστερά και για όλους τους Έλληνες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: